Η θεωρια των χρονιων μιασματων του Χανεμαν
Μετά την ανακάλυψη και την εφαρμογή της ομοιοπαθητικής επί 30 χρόνια (1790-1820), ο Χάνεμαν διαπίστωσε επανειλημμένα ότι αν και είχε πολύ καλά αποτελέσματα με τις οξείες νόσους, δεν είχε ριζικά αποτελέσματα στη θεραπεία των χρονίων νόσων. Παρατήρησε ότι αυτές, μετά την απομάκρυνσή τους με ομοιοπαθητικά φάρμακα, πάντα υποτροπίαζαν σε μια λίγο - πολύ ποικίλη μορφή και με νέα συμπτώματα, ή επανεμφανίζονταν ετησίως με μια αύξηση των ενοχλημάτων.
Μετά από προσεκτική παρατήρηση και μελέτη, ο Χάνεμαν έφθασε στο συμπέρασμα ότι υπάρχει κάποιο εμπόδιο στον οργανισμό που δεν μπορεί να καταπολεμηθεί με τα φάρμακα ή με την πιο υγιεινή δίαιτα ή να εξαλειφθεί από μόνο του. Αυτό το εμπόδιο το ονόμασε μίασμα. Η λέξη “μίασμα” σημαίνει μόλυσμα, κηλίδωμα, βρώμισμα, μουτζούρωμα. Θεώρησε λοιπόν ο Χάνεμαν, ότι η ζωτική δύναμη “μολύνεται” από κάποιους παράγοντες και αυτή η “μόλυνση” δημιουργεί τη νόσο. Διέκρινε τρία μιάσματα, το ψωρικό, το συκωτικό και το συφιλιδικό.
Σύμφωνα με το Χάνεμαν, αυτά τα τρία χρόνια μιάσματα αποτελούν τη βάση κάθε νόσου. Οποιαδήποτε νόσος, όποια και να είναι τα εξωτερικά της συμπτώματα, μπορεί να “εντοπιστεί” σε κάποιο μίασμα ή σε συνδυασμό των παραπάνω μιασμάτων. Αν και τα παραπάνω τρία μιάσματα αποτελούν τη βάση κάθε νοσηράς διεργασίας, ο συνδυασμός ψώρας και σύφιλης έχει περιγραφεί ως φυματινικό μίασμα. Έτσι στην ομοιοπαθητική βιβλιογραφία υπάρχει μια διαφοροποίηση. Άλλοι συγγραφείς προτιμούν την περιγραφή μόνον των τριών βασικών μιασμάτων και άλλοι προτιμούν να περιγράφουν ως βασικό μίασμα και το φυματινικό.
Διδάχθηκα τη θεωρία των μιασμάτων από τον Αρίσταρχο Τσαμασλίδη. Ο Αρίσταρχος ήταν πολύ καλός γνώστης της μιασματικής θεωρίας και την εφάρμοζε συστηματικά στην εξάσκηση της ομοιοπαθητικής. Μας έλεγε στα μαθήματά που μας έκανε, ότι αν δεν την κατανοούσαμε, θα περιορίζαμε πολύ τις δυνατότητές μας στην αντιμετώπιση των χρονίων ασθενειών. Αυτό το είχα διαπιστώσει πολλές φορές στην πράξη, παρακολουθώντας κοντά του την εξέταση ασθενών στο ιατρείο του.
Από την άλλη πλευρά είναι δύσκολο να μιλήσεις γι’ αυτή τη θεωρία στην εποχή μας. Οι άλλοι σε κοιτάζουν παράξενα. Θυμάμαι ότι, όταν την ανέφερα σε κάποιους συναδέλφους γιατρούς, οι περισσότεροι με αντιμετώπιζαν ως γραφικό. Λίγοι ήταν καλοπροαίρετοι και θα ήθελαν να την κατανοήσουν. Για να μπορέσει να γίνει κατανοητή η θεωρία έπρεπε να εμπλουτιστεί με σύγχρονες γνώσεις. Αλλά ήταν πολύ δύσκολη μια τέτοια συσχέτιση από εμάς εκείνη την περίοδο. Έτσι το μόνο που μπορούσαμε να κάνουμε ήταν να μάθουμε τη θεωρία των μιασμάτων ως ένα σύστημα ταξινόμησης των ασθενειών, το οποίο εμείς οι ομοιοπαθητικοί ιατροί μπορούσαμε να το χρησιμοποιούμε μόνο μεταξύ μας, αποφεύγαμε δε να το χρησιμοποιούμε στις συζητήσεις μας με άλλους γιατρούς.
Σε αυτό το σημείο πρέπει να αναφέρω ένα συγγραφέα που βοήθησε πολύ στην κατανόηση της μιασματικής θεωρίας. Πρόκειται για τον P.S. Ortega ο οποίος στο βιβλίο του “Σημειώσεις για τα μιάσματα” έδωσε πολύ ωραία περιγραφή της βασικής ψυχοσύνθεσης των τριών μιασμάτων.
Πάντα όμως υπήρχε μέσα μου η επιθυμία να μπορέσω να βρω περισσότερα στοιχεία για τη θεωρία των μιασμάτων μέσα από νεώτερες επιστημονικές απόψεις. Δεν ήξερα όμως πως θα μπορούσα να το κάνω αυτό. Μια μέρα βρισκόμουν στο γραφείο των ιατρών της νευρολογικής κλινικής του στρατιωτικού νοσοκομείου. Ήλθε μέσα κάποιος συνοδός ασθενή για να ζητήσει κάτι. Ο τρόπος που το ζητούσε ήταν χαρακτηριστικός. Ο άνθρωπος αυτός ήταν εξαιρετικά απαιτητικός, έδειχνε πολύ θυμωμένος και η ομιλία του είχε μια έντονη χροιά επιθετικότητας. Μέσα μου σκέφτηκα «Αυτός σίγουρα είναι συφιλιδικός». Αφού τον εξυπηρετήσαμε, ένας ψυχίατρος που ήταν παρών μας είπε «συνάδελφοι τι παρατηρείται στην συμπεριφορά αυτού του ανθρώπου; Έχει πολύ θυμό. Δαγκώνει. Είναι καθηλωμένος στοματικά σύμφωνα με τη θεωρία του Freud». Η παρατήρηση αυτή ήταν πολύ χρήσιμη για μένα. Έκανα την πρώτη συσχέτιση που θα μπορούσε να βοηθήσει στην βαθύτερη κατανόηση της μιασματικής θεωρίας. Το συφιλιδικό μίασμα σχετιζόταν με την στοματική καθήλωση της Φροϋδικής θεωρίας.
Σύμφωνα με τη Φροϋδική θεώρηση, σημαντικό ρόλο για την ανάπτυξη της προσωπικότητας του ατόμου παίζουν τρία στάδια.
Το πρώτο στάδιο είναι το στοματικό που αρχίζει από τη στιγμή της γέννησης μέχρι την ηλικία του ενάμισι έτους. Κύριο θέμα του σταδίου αυτού είναι ο θηλασμός και η προοδευτική μετάπτωση του ατόμου από την κατάσταση εξάρτησης από το μαστό σε μια κατάσταση ανεξαρτησίας.
Το δεύτερο στάδιο είναι το πρωκτικό. Διαδέχεται το στοματικό μέχρι την ηλικία των δυόμισι έως τριών χρονών περίπου. Κύριο θέμα του σταδίου αυτού είναι ο έλεγχος των σφικτήρων.
Το τρίτο στάδιο είναι το φαλλικό. Διαδέχεται το πρωκτικό και αρχίζει από ηλικία δυόμισι ετών μέχρι το τέλος του πέμπτου έτους περίπου. Κύριο θέμα του σταδίου αυτού είναι ο ανεκπλήρωτος έρωτας του παιδιού προς το γονέα του αντίθετου φύλου.
Ο άνθρωπος που δεν έχει περάσει ομαλά από ένα απ’ αυτά τα στάδια, έχει καθήλωση σε αυτό. Έτσι, ανάλογα με το είδος της καθήλωσης, παρατηρούνται τρεις τύποι, ο στοματικός, ο πρωκτικός και ο φαλλικός.
Ο στοματικός τύπος χαρακτηρίζεται από απαιτητικότητα, γκρίνια, απληστία, βιασύνη, υβριστική συμπεριφορά, τάση για εξάρτηση, έντονη τάση για επιθετικότητα και καταστροφή. Τα στοιχεία αυτά ταιριάζουν με τον συφιλιδικό τύπο της ομοιοπαθητικής θεώρησης.
Ο πρωκτικός τύπος χαρακτηρίζεται από ευταξία, τάση για λεπτολογία, τελειοθηρία, ακριβολογία. Έχει τάση για φιλαργυρία, είναι πεισματάρης και δογματικός. Ελέγχει κάθε του συναίσθημα. Τα στοιχεία αυτά ταιριάζουν με τον συκωτικό τύπο της ομοιοπαθητικής θεώρησης.
Ο φαλλικός τύπος χαρακτηρίζεται από τη συνεχή αναζήτηση ενός εξιδανικευμένου και ανεκπλήρωτου στόχου, που στην προσπάθειά του να τον βρει υπάρχουν πολλά εμπόδια. Επαναλαμβάνεται η ιστορία του μικρού αγοριού που o μπαμπάς του είναι εμπόδιο στην ερωτική του επιθυμία προς τη μητέρα του. Ο φαλλικός τύπος αντιστοιχεί στον φυματινικό τύπο της ομοιοπαθητικής.
Ο ψωρικός τύπος της ομοιοπαθητικής δεν έχει κάποιο ανάλογό του στη Φροϋδική τυπολογία. Αυτό μπορεί να εξηγηθεί από το γεγονός ότι ο Φρόϋντ εργάστηκε με ασθενείς που είχαν αρκετά έντονη ψυχοπαθολογία. Ο ψωρικός τύπος παρουσιάζει την ελάχιστη ψυχοπαθολογία. Έτσι δεν υπήρχε εμφανής λόγος για να πάει για ψυχανάλυση κάποιος ψωρικός.
Η παραπάνω συσχέτιση διεύρυνε κατά πολύ τις γνώσεις μου για τα μιάσματα. Σύμφωνα με αυτήν τη νέα θεώρηση ξεκαθαρίζονταν κάποιες βασικές έννοιες. Ο Χάνεμαν για να ορίσει τα μιάσματα, χρησιμοποίησε κάποιες νοσολογικές οντότητες, που μπορεί να ήταν επίκαιρες στην εποχή του, δεν άντεξαν όμως στο πέρασμα του χρόνου. Ακόμη και ο όρος μίασμα αποδείχθηκε ανεπιτυχής. Η χρησιμοποίηση νοσολογικών οντοτήτων για την ονομασία των μιασμάτων προκάλεσε σύγχυση. Έτσι κάποιοι συγγραφείς επιδόθηκαν στο να ανακαλύπτουν συνεχώς νέα μιάσματα ανάλογα με διάφορες σοβαρές νόσους.
Σύμφωνα με τα νέα στοιχεία, άρχισε να διαφαίνεται μια νέα γενική τυπολογία. Ο κάθε τύπος έχει τα δικά του χαρακτηριστικά και τις δικές του προδιαθέσεις για νόσο. Δεν περιορίζεται σε μια πάθηση, αλλά μπορεί να εμφανίσει ομάδα παθήσεων. Όμως χρειαζόταν να διευρυνθεί η κατανόησή τους και μέσα από άλλα θεωρητικά συστήματα.
Σε ένα από τα ταξίδια μου στην Ινδία, γνώρισα έναν ομοιοπαθητικό γιατρό τον Jawahar Shah, ο οποίος είχε ξεκινήσει μια παρόμοια μελέτη με μένα, αλλά από μια άλλη οπτική γωνία, την ψυχολογία του Παβλώφ. Ο Shah συνεργαζόταν με μια ομάδα ψυχιάτρων και είχε εισαγάγει στη θεωρία των μιασμάτων στοιχεία από τη θεωρία του Ρώσου Παβλώφ. Ο Παβλώφ είχε αναπτύξει μια δικιά του τυπολογία τεσσάρων τύπων, ήτοι: τον δραστήριο ισορροπημένο, τον ασθενή ισορροπημένο, τον ισχυρό διεγερτικό και τον ασθενή ανεσταλμένο. Είχε επίσης συσχετίσει αυτούς τους τύπους με την τυπολογία του Ιπποκράτη που περιελάμβανε τέσσερεις τύπους, ήτοι: τον αιματώδη, τον φλεγματικό, τον χολερικό και τον μελαγχολικό.
Συνεχίζοντας τη μελέτη μπόρεσα να κάνω και άλλους συσχετισμούς σχετικά με την τυπολογία των τεσσάρων τύπων. Η συνολική μελέτη για την ιδιοσυστασία παρουσίασε ένα κοινό μοντέλο, περιλαμβάνοντας στοιχεία από διάφορα θεωρητικά συστήματα.
Στον παρακάτω πίνακα δίνεται ένα σχεδιάγραμμα των συσχετίσεων των διαφόρων θεωρητικών συστημάτων.
ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ Α
ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ Β
ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ Γ
ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ Δ
ΟΜΟΙΟΠΑΘΗΤΙΚΗ
ΨΩΡΙΚΟ
ΜΙΑΣΜΑ
ΣΥΚΩΤΙΚΟ
ΜΙΑΣΜΑ
ΣΥΦΙΛΙΔΙΚΟ
ΜΙΑΣΜΑ
ΦΥΜΑΤΙΝΙΚΟ ΜΙΑΣΜΑ
ΦΡΟΥΝΤ
Δεν υπάρχει κάποια άμεση αντιστοιχία. Εδώ υπάγονται έννοιες όπως της ψυχικής σύγκρουσης και της απώθησης.
ΠΡΩΚΤΙΚΗ
ΚΑΘΗΛΩΣΗ
ΣΤΟΜΑΤΙΚΗ
ΚΑΘΗΛΩΣΗ
ΟΙΔΙΠΟΔΙΑΚΗ
ΚΑΘΗΛΩΣΗ
ΠΑΡΑΚΕΛΣΟΣ
ΝΟΣΟΙ
ΘΕΙΟΥ
ΝΟΣΟΙ
ΑΛΑΤΟΣ
ΝΟΣΟΙ ΥΔΡΑΡΓΥΡΟΥ
ΠΑΒΛΩΦ
ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΣ
ΙΣΟΡΡΟΠΗΜΕΝΟΣ
ΗΣΥΧΟΣ
ΙΣΟΡΡ/ΜΕΝΟΣ
ΑΣΘΕΝΙΚΟΣ
ΑΝΕΣΤΑΛΜΕΝΟΣ
ΙΣΧΥΡΟΣ
ΔΙΕΓΕΡΤΙΚΟΣ
ΙΠΠΟΚΡΑΤΗΣ
ΑΙΜΑ
ΦΛΕΓΜΑ
ΜΕΛΑΝΑ ΧΟΛΗ
ΚΙΤΡΙΝΗ ΧΟΛΗ
ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
ΦΩΤΙΑ
ΝΕΡΟ
ΓΗ
ΑΕΡΑΣ
ΠΛΑΤΩΝ
ΦΩΤΙΑ
ΝΕΡΟ
ΓΗ
ΑΕΡΑΣ
ΑΓ. ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΝΥΣΣΗΣ
ΟΥΡΑΝΟΣ
ΝΕΡΟ
ΓΗ
ΑΕΡΑΣ
Μετά από τη διατύπωση της ενοποιού θεωρίας της ιδιοσυστασίας άρχισε κατά πολύ να ξεκαθαρίζει το τοπίο της μιασματικής θεωρίας. Ήταν σαφές ότι η μιασματική θεωρία προϋπήρχε του Χάνεμαν με άλλες ορολογίες και από άλλους συγγραφείς. Ο Χάνεμαν μετά από κάποιες κλινικές παρατηρήσεις χρησιμοποίησε δικούς του όρους και την παρουσίασε ως δικιά του θεωρία. Για κάποιον που ξέρει ομοιοπαθητική είναι εμφανής ο επηρεασμός του Χάνεμαν από τις θεωρίες του Παράκελσου, διότι για το Χάνεμαν, το θείον είναι το κύριο αντιψωρικό φάρμακο και ο υδράργυρος το κύριο αντισυφιλιδικό.
Η ενοποιός θεωρία της ιδιοσυστασίας δεν είναι ένα στατικό θεωρητικό μοντέλο. Η διδασκαλία της στη Μόσχα στο Πανεπιστήμιο Φιλίας των Λαών έχει βοηθήσει στην διεύρυνσή της. Ήδη κάποιοι ιατροί που τη διδάχτηκαν εργάζονται προς αυτήν την κατεύθυνση. Όπως είναι ευνόητο, ένα τέτοιο θέμα δεν μπορεί να αναπτυχθεί στα πλαίσια του βιβλίου αυτού. Όποιος ενδιαφέρεται να ενημερωθεί εκτενέστερα μπορεί να ανατρέξει στο βιβλίο μου «Ριζώματα, αρχές για μια ενοποίηση των επιστημών του ανθρώπου».
Τώρα θα σας δοθούν περιληπτικά μερικά κλινικά χαρακτηριστικά για τους τέσσερις τύπους της μιασματικής θεωρίας.
Το ψωρικό μίασμα
Ο Χάνεμαν, με τον όρο “ψώρα”, εννοούσε μια αρχική νοσηρή κατάσταση η οποία μετά την ολοκλήρωση της εσωτερικής μόλυνσης ολόκληρου του οργανισμού, εκδηλώνεται με ένα ιδιόμορφο δερματικό εξάνθημα. Λέει χαρακτηριστικά: “Η ψώρα είναι η πιο παλιά, πιο παγκόσμια, πιο ολέθρια και ακόμη ελάχιστα γνωστή μιασματική νόσος, που παραμόρφωσε και βασάνισε τα έθνη επί χιλιάδες χρόνια”. Για τον Χάνεμαν η ψώρα είναι μια νόσος ή διάθεση προς νόσο, κληροδοτούμενη από γενεά εις γενεά για χιλιάδες χρόνια και είναι το υποθάλπον έδαφος για κάθε νοσηρή κατάσταση. Ταυτόχρονα είναι η πιο μολυσματική και μεταδοτική όλων.
Αν θέλαμε να περιγράψουμε το κοινό χαρακτηριστικό των εκατοντάδων συμπτωμάτων της ψώρας, θα αναφέραμε δύο ιδιότητες: Η υπερευαισθησία και η έλλειψη. Σε άλλα βιβλία τονίζεται η έλλειψη και σε άλλα η υπερευαισθησία.
Την έννοια της υπερευαισθησίας μπορούμε να την καταλάβουμε με ένα απλό παράδειγμα: Αν εφαρμόσουμε ένα εξωτερικό ερέθισμα σε δύο διαφορετικά άτομα, αυτά θα αντιδράσουν διαφορετικά. Ο ψωρικός αντιδρά πιο έντονα από ένα υποτιθέμενο “φυσιολογικό άτομο”. Υπάρχει δηλαδή μια πτώση ουδού και έχουμε υπέρμετρη αντίδραση. Η αντίδραση αυτή είναι προς την σωστή κατεύθυνση αλλά είναι αυξημένης έντασης. Αυτή η υπερευαισθησία παρατηρείται σε όλες τις λειτουργίες του ψωρικού. Υπάρχει αύξηση καταγραφής των εντυπώσεων. Το ψωρικό άτομο παρατηρεί από το περιβάλλον πολύ περισσότερα. Επίσης συγκινείται εύκολα. Είναι ευαίσθητος. Εύκολα θα θυμώσει επίσης. Αφού εκφράσει το θυμό του, θα κοιμηθεί καλά, δεν είναι μνησίκακος. Εύκολα θα κλάψει επίσης. Μετά το κλάμα αισθάνεται καλύτερα. Υπάρχει μια συναισθηματική ευμεταβλητότητα, η οποία οφείλεται στην υπερευαισθησία. Η υπερευαισθησία του ψωρικού συνοδεύεται με γνήσια εκφραστικότητα. Όλες του οι εκφράσεις είναι πλούσιες. Μεταδίδει συναίσθημα. Ο ψωρικός είναι επιστήμων ή καλλιτέχνης. Υπάρχει υπερευαισθησία στο φως, στους ήχους, στις οσμές. Τρομάζει εύκολα από ασήμαντες αφορμές. Στο σώμα χαρακτηριστικότερο σημείο της υπερευαισθησίας είναι ο κνησμός. Εξωτερικός κνησμός ή εσωτερικός π.χ. το γαργαλητό είναι σημάδι ψώρας. Η καταπίεση των σωματικών εκδηλώσεων της ψώρας από λανθασμένη φαρμακευτική αγωγή έχει σαν αποτέλεσμα την εμφάνιση του ψυχικού κνησμού, που ταλαιπωρεί πιο πολύ το άτομο. Τέτοιες καταπιέσεις οδήγησαν τον Χάνεμαν στην ανακάλυψη του ψωρικού μιάσματος και στην περιγραφή του.
Το άλλο μεγάλο χαρακτηριστικό του ψωρικού μιάσματος είναι η έλλειψη. Αυτή εκφράζεται στον ψυχισμό ως αίσθημα ανεπαρκείας. Υπάρχει ένα βαθύ αίσθημα κατωτερότητας. Είναι ο επιχειρηματίας που έχει ικανότητες, που είναι έξυπνος, δραστήριος, αλλά που θέλει κάπου να στηρίζεται. Πάντα επιζητά έναν συνεταίρο. Αν ο συνεταίρος του είναι κατεργάρης μπορεί να τον εκμεταλλευτεί πολύ εύκολα. Δηλαδή το άτομο αυτό θέλει πάντα ένα στήριγμα, ζητάει πάντα προστασία. Είναι ο επιστήμονας, που αν και είναι πολύ καλός γνώστης της επιστήμης του, συνεχώς ζητάει το στήριγμα του δασκάλου του ή των συναδέλφων του. Στις σχέσεις του ζητάει στοργή και συμπόνια. Χρειάζεται φιλικό περιβάλλον για να εκφραστεί. Αυτό οφείλεται στη συστολή του, που προκαλείται από το αίσθημα κατωτερότητάς του. Είναι τύπος με πολλές αναστολές. Σε κάθε του πράξη τον φρενάρει μια εσωτερική φωνή. Κατέχεται από άγχος, εύκολα τρομάζει.
Αυτή η αίσθηση ανεπάρκειας τον αναγκάζει να ζει σε ένα φανταστικό κόσμο, που δεν είναι όμως ο αυτιστικός κόσμος ενός σχιζοφρενούς. Είναι απλώς το αίσθημα ανεπάρκειας που τον εμποδίζει να υλοποιήσει τα όνειρά του. Ο πλούσιος ψυχικός του κόσμος αναγκάζεται λοιπόν να εκφραστεί μέσω της φαντασίας. Βλέπουμε λοιπόν ένα άτομο να πηγαίνει σε μια διάλεξη και την περισσότερη ώρα δεν ακούει τη διάλεξη, αλλά φαντασιώνει κάποιες καταστάσεις. Υπάρχει μια απώλεια επαφής η οποία, από τη μια οφείλεται σε κάποια έντονα συναισθήματα εξαιτίας της υπερευαισθησίας του, και από την άλλη στη μη εκδήλωσή τους εξαιτίας του αισθήματος ανεπάρκειάς του.
Είναι λοιπόν άτομα με πολύ πλούσιο ψυχικό κόσμο, που δεν εκφράζεται και δεν υλοποιείται απόλυτα, γιατί τους λείπει η τόλμη. Το αίσθημα κατωτερότητας τους δημιουργεί μια στασιμότητα, μια ακινησία, ένα περιορισμό. Αν δεν υπήρχε αυτό το αίσθημα κατωτερότητας θα μπορούσαν να ήταν πιο ευτυχισμένα και πιο χρήσιμα στο σύνολο. Η συνειδητοποίηση της “ανημπόριας” τους, τους δημιουργεί θλίψη. Μέσα στη θλίψη τους βλέπουν μακριά στον ορίζοντα μια “άσπρη” μέρα. Το “κάντε υπομονή και ο ουρανός θα γίνει πιο γαλανός” εκφράζει την ψωρική θλίψη. Μέσα του υπάρχει ελπίδα που δεν έχει χαθεί.
Τον ψωρικό τον ενδιαφέρει η άποψη των άλλων πάρα πολύ, σέβεται τα έθιμα και τις παραδόσεις, του δημιουργούνται τύψεις αν παραβεί τους νόμους. Αυτό εύκολα εξηγείται με το αίσθημα ανεπαρκείας. Αυτό το αίσθημα ανεπαρκείας τον κάνει να ζητάει πάντα συμπαράσταση από κάποιον. Δημιουργεί σχέσεις συμπαράστασης και δεσμούς συμπαράστασης που δεν θέλει να λυθούν γιατί θα μείνει μόνος αν αυτοί δεν υπάρχουν. Πίσω από το αίσθημα της μεγάλης κοινωνικότητας πολλών ατόμων βρίσκεται αυτή η ανάγκη συμπαράστασης από την ομάδα. Φοβάται πολύ την απόρριψη.
Αυτές οι ανάγκες τους δημιουργούν μια συνεχή ανάσχεση του “θέλω” από το “πρέπει”. Για παράδειγμα, όταν ο ψωρικός πάει να επιτελέσει μια πράξη, σκέφτεται αν είναι σωστό και πρέπον να το κάνει και συνήθως συγκρατείται. Είναι πολύ φιλότιμοι προς τους συγγενείς τους. Ενοχλούνται εύκολα από τα σχόλια και είναι εύθικτοι. Για αυτό αργούν να εκδηλώσουν το θυμό τους και όταν τον εκδηλώσουν ξεχνούν το συμβάν.
Το ψωρικό άτομο έχει ροπή προς τους πλατωνικούς έρωτες. Ας υποθέσουμε ότι σε έναν ψωρικό άνδρα αρέσει μιά γυναίκα. Σκέφτεται: “Τι ωραία γυναίκα... Τι ευγενική ύπαρξη... Της αρέσω άραγε; Τόσοι τη θέλουν εμένα θα θέλει;...Και αν με απορρίψει;...” Υπάρχει και εδώ μια ανάσχεση. Ανάσχεση που οφείλεται από τη μια στην αίσθηση ανεπάρκειάς τους και από την άλλη στο φόβο απόρριψης της συμπεριφοράς τους από την κοινωνία. Αυτό τον κάνει να βιώνει φαντασιακά τον έρωτα. Είναι άτομο που έχει ερωτευτεί πολλές φορές αλλά που έχει πραγματοποιήσει τις φαντασίες του λίγες φορές. Είναι επίσης ευσυγκίνητος, στενοχωριέται εύκολα και εύκολα πληγώνεται. Οι φαντασιώσεις του στον έρωτα είναι ετεροφυλικές. Είναι αγνός στα συναισθήματά του. Ερωτεύεται πρόσωπο, όχι στήθος, γάμπα κτλ. Βλέπει την προσωπικότητα και δεν θεωρεί το σύντροφο “σκεύος” ηδονής.
Ο ψωρικός παρουσιάζει επίσης κλίση προς τη θρησκεία. Δεν είναι ο σχολαστικά θρησκευόμενος. Η πίστη του είναι φιλοσοφημένη, είναι ανάγκη για αναζήτηση, είναι αγωνία για την ύπαρξη. Είναι, με άλλα λόγια, αίσθηση ανεπάρκειας του ανθρώπου προς την απεραντότητα του σύμπαντος.
Γενικά ο ψωρικός παρουσιάζει μια τάση για συμμόρφωση με τα ήθη και έθιμα και τους κοινωνικούς νόμους και έχει ανεπτυγμένο κοινωνικό συναίσθημα. Έτσι ασπάζεται έννοιες όπως οικογένεια, εργασία κ.λ.π. Επιθυμεί να κάνει οικογένεια, του αρέσει η εργασία, εκπληρώνει με υπομονή τις κοινωνικές του υποχρεώσεις, όπως για παράδειγμα την υποχρέωση της θητείας. Την υπηρεσία προς το κοινωνικό σύνολο τη θεωρεί τιμή του και δεν ιεραρχεί πάνω από όλα το προσωπικό του συμφέρον.
Το χαρακτηριστικό της ελλείψεως στο σώμα εκδηλώνεται ποικιλοτρόπως, όπως για παράδειγμα με ανεπαρκή θρέψη. Τρώει συνεχώς αλλά ο οργανισμός δεν μπορεί να αφομοιώσει τις τροφές. Έτσι, υπάρχει έλλειψη.
Όσοι αναφέρουν ότι η έλλειψη βιταμινών και ιχνοστοιχείων ευθύνονται για τις διάφορες νόσους συμβαδίζουν με την ομοιοπαθητική σκέψη γιατί εστιάζονται στο σημείο αυτό που έχει σχέση με το ψωρικό μίασμα. Για παράδειγμα, η έλλειψη βιταμίνης Α προκαλεί ξηρότητα. Η ξηρότητα είναι ένα από τα βασικά συμπτώματα του ψωρικού μιάσματος. Ο Χάνεμαν όταν έγραφε για το ψωρικό μίασμα δεν ήξερε την ύπαρξη της βιταμίνης Α.
Η έλλειψη ιχνοστοιχείων από τον οργανισμό προκαλεί διαταραχές στην ομαλή λειτουργία του. Η έλλειψη ασβεστίου προκαλεί οστεομαλακία, καρδιακές διαταραχές, νευρομυϊκή διεγερσιμότητα. Η έλλειψη καλίου προκαλεί καρδιακή δυσλειτουργία και διαταραχές οξεοβασικής ισορροπίας. Η έλλειψη νατρίου προκαλεί κατακράτηση ή απώλεια ύδατος από τον οργανισμό. Η έλλειψη ιωδίου προκαλεί βρογχοκήλη. Η έλλειψη μαγνησίου προκαλεί νευρομυικές διαταραχές, καρδιακή δυσλειτουργία και οστεομαλάκυνση. Η έλλειψη σιδήρου προκαλεί αναιμία. Η έλλειψη ψευδαργύρου προκαλεί δερματολογικές διαταραχές, κακή λειτουργία του αμφιβληστροειδούς, διαβήτη, αζωοσπερμία, αδυναμία συνέχισης της κύησης, άνοια. Η έλλειψη χαλκού προκαλεί ηπατοφακοειδή εκφύλιση, οστεοπόρωση, αναιμία. Η έλλειψη κοβαλτίου προκαλεί αναιμία και γενική καταβολή. Η έλλειψη σεληνίου προκαλεί μυϊκή δυστροφία και καρδιακή δυσλειτουργία. Με βάση τα παραπάνω επιβεβαιώνεται ο Χάνεμαν που θεωρούσε ότι το ψωρικό μίασμα ήταν η βάση όλης της ανθρώπινης νόσου.
Το συκωτικό μίασμαΗ λέξη σύκωση προέρχεται από τη λέξη σύκο. Ο Χάνεμαν χρησιμοποίησε αυτήν τη λέξη γιατί ο συκωτικός έχει μια τάση για δημιουργία εκφυμάτων που μπορεί να φθάσουν μέχρι το σημείο να μοιάζουν με σύκο. Με άλλα λόγια σύκωση σημαίνει ακροχορδόνωση.
Ας αρχίσουμε με την περιγραφή της ψυχικής σφαίρας του συκωτικού. Υπάρχει μια τάση στο συκωτικό για επίδειξη. Η συκωτική γυναίκα είναι αυτή που περπατά και σείεται ο δρόμος. Όλοι γυρνούν να την κοιτάξουν και αυτό είναι που συνειδητά αλλά και ασυνείδητα επιζητά. Ο άντρας περπατάει κορδωμένος φουσκώνοντας τους μυς του. Τα ακριβά ρούχα που αγοράζονται από “in” μαγαζιά, έχουν να κάνουν επίσης με σύκωση.
Η αγορά ακριβού αμαξιού (χωρίς να είναι απαραίτητο για επαγγελματική χρήση) έχει να κάνει επίσης με σύκωση.
Η ιατρική και τα πολύ “in” επαγγέλματα, όπως δημοσιογράφος, πολιτικός, δικηγόρος είναι ο πόλος έλξης των συκωτικών. Ο φοιτητής έλκεται από την ταμπέλα, από το εφέ, από το διεθνώς αναγνωρισμένο. Ο συκωτικός επιστήμονας νομίζει ότι είναι κάτι το εξαιρετικό στον τομέα του, έστω και αν είναι μέτριος. Αποκαλεί τον εαυτό του σεφ ή μαίτρ στο είδος του. Χρησιμοποιεί στην ταμπέλα του πολλούς τίτλους. Επίσης ο συκωτικός ασθενής θέλει να πηγαίνει σε πολύ αναγνωρισμένους γιατρούς με πολλούς τίτλους, που του δίνουν την αίσθηση του παντογνώστη. Βλέπει με δυσπιστία γιατρούς απλούς και ειλικρινείς.
Αυτή η τάση για επίδειξη είναι κάτι που τον χαρακτηρίζει σε κάθε συμπεριφορά του και τις περισσότερες μάλιστα φορές είναι ασυνείδητη. Στη θλίψη του για παράδειγμα, ο τρόπος που κλαίει, ο τρόπος που αναστενάζει κάνει όλους τους άλλους να στρέφουν την προσοχή τους και τη συμπάθειά τους προς αυτόν. Ο συκωτικός τύπος θυμού είναι επιδεικτικός επίσης. Το άτομο ωρύεται, φωνάζει, προκαλεί φασαρία. Είναι ένα “φούσκωμα” που κάνει τους άλλους να στρέψουν την προσοχή τους. Στη χαρά του επίσης, ο συκωτικός γελάει δυνατά και κάνει πολύ σαματά.
Άλλο μεγάλο χαρακτηριστικό της ψυχικής σφαίρας του συκωτικού είναι η τάση για κράτημα. Γενικά, υπάρχει μια υπεροχή του “κρατώ” σε σχέση με το “δίνω”. Έτσι, ο συκωτικός δύσκολα δίνει. Ο συκωτικός καθηγητής δύσκολα θα δώσει τη γνώση που έχει, δεν είναι ο τύπος που θα μεταδώσει τη γνώση. Θα προσπαθεί να την κρατήσει δικιά του. Μπορεί να φθάσει και στο σημείο να παραπλανεί τους άλλους, αρκεί να μην τη δώσει. Τις περισσότερες φορές υπάρχει αμφιθυμία σε σχέση με το δίνω-κρατώ.
Σε σχέση με τα συναισθήματα, κρατάει επίσης. Ενώ θέλει ο ίδιος να είναι το επίκεντρο της προσοχής, όταν έχει κάποιο πρόβλημα δύσκολα δίνει συναισθηματικά στη σχέση του. Είναι η περίπτωση της μητέρας που είναι ψυχρή προς το παιδί της. Το χάδι της δεν χρωματίζεται από συναίσθημα, είναι περισσότερο τυπικό.
Ο συκωτικός εραστής είναι σφικτός στο να δώσει συναίσθημα. Δεν τον χαρακτηρίζει το πάθος. Η σύκωση είναι κρυφή. Ο συκωτικός έχει την τάση να κρατάει το κάθε τι κρυφό, να μη φαίνεται. Αυτό μπορεί να γίνεται είτε συνειδητά είτε ασυνείδητα. Έτσι μπορεί για παράδειγμα να κρατάει τους στόχους του κρυφούς, κινείται πλαγίως, δε φανερώνεται, κρύβει τις πραγματικές του προθέσεις. Τα πραγματικά του συναισθήματα κρύβονται επίσης. Έτσι όταν είναι θλιμμένος δεν δείχνει να είναι τόσο όσο το απαιτούν οι περιστάσεις. Γι’ αυτό φαίνεται δυνατός στους άλλους. Μπορεί να αντιπαθεί κάποιον και όμως να του χαμογελάει διάπλατα και να είναι πολύ φιλικός μαζί του.
Οταν θα δώσει ο συκωτικός, σίγουρα έχει κατά νου να πάρει. Η φιλαργυρία είναι μια έκφραση της ανάγκης για κράτημα. Ο φιλάργυρος είναι “σφικτός”, δε δίνει. Η συλλογή αντικειμένων είναι και αυτή συκωτική εκδήλωση.
Γενικά, όταν σε ένα συκωτικό επιδράσει ένα ερέθισμα η αντίδρασή του είναι προς την σωστή κατεύθυνση αλλά μειωμένης έντασης. Αυτό οφείλεται στο ότι “κρατάει”, απορροφά ένα μέρος της έντασης του προσφερόμενου ερεθίσματος. Αυτό δείχνει ότι το άτομο είναι μόνο φαινομενικά δυνατό, για παράδειγμα σε ένα θλιβερό ερέθισμα δεν δείχνει να λυπάται. Βέβαια στην πραγματικότητα αυτή η δύναμη είναι αδυναμία κι αυτό γιατί ένα τέτοιο άτομο έχει περιωρισμένο εύρος απαντητικότητας, δηλαδή χαρακτηρίζεται από μια δυσκαμψία στον τρόπο λειτουργίας. Η δυσκαμψία αυτή συνυπάρχει με μια τάση για έλεγχο. Ο συκωτικός θέλει να ελέγχει τους άλλους αλλά και τον εαυτό του. Ελέγχει κάθε του έκφραση, κάθε του συναίσθημα. Δεν αντέχει την αυθόρμητη κίνηση των συναισθημάτων αλλά και κάθε κίνησης.
Η σχολαστικότητα είναι ένα άλλο χαρακτηριστικό του συκωτικού μιάσματος. Η νοικοκυρά που κυνηγάει τη σκόνη, που σκουπίζει και σφουγγαρίζει τρεις φορές την ημέρα και που απαγορεύει στο σύζυγο να μπαίνει με τα παπούτσια στο σπίτι, είναι ένα παράδειγμα συκωτικής σχολαστικότητας. Γενικά ο συκωτικός είναι τυπικός, εύτακτος, ασχολείται υπερβολικά με το πρόγραμμα και δίνει μεγαλύτερη βαρύτητα σε αυτό παρά στην ουσία. Στο γραφείο του θέλει τα πράγματα ζυγισμένα-στοιχισμένα, το αμάξι του το θέλει υπερβολικά καθαρό, το φροντίζει για να μη χαλάσει το χρώμα του και το προφυλάσσει από τη βροχή και τον ήλιο. Αγχώνεται για ασήμαντες λεπτομέρειες.
Η θρησκοληψία είναι ένα άλλο παράδειγμα συκωτικής σχολαστικότητας. Στο θρησκόληπτο η προσοχή εστιάζεται όχι στη φιλοσοφία και το βαθύτερο νόημα της θρησκείας αλλά στο τελετουργικό. Είναι πολύ σημαντικό γι’ αυτόν να γίνεται τρεις φορές ο σταυρός και όχι δύο, να γίνεται νηστεία επακριβώς για σαράντα μέρες και είναι πολύ αυστηρός στην τήρηση του προγράμματος. Η θρησκοληψία, μαζί με τα άλλα χαρακτηριστικά του συκωτικού μιάσματος, χαρακτήριζε τους γραμματείς και τους φαρισαίους οι οποίοι τηρούσαν μεν επακριβώς το γράμμα του νόμου, αλλά δε μπορούσαν να καταλάβουν το τι εξυπηρετούσε η ύπαρξη του νόμου.
Ο συκωτικός επιστήμονας έχει την τάση να κατατάσσει τα φαινόμενα. Οι ταξινομήσεις είναι συκωτικές εκφράσεις. Η υπερβολική προσκόλληση στα ταξινομικά συστήματα, όπως το DSM ή ICDX είναι σύκωση. Η έννοια της ειδικότητας και της υπερεξειδίκευσης είναι επίσης συκωτικό χαρακτηριστικό. Ο συκωτικός εστιάζει την προσοχή του στη λεπτομέρεια, αλλά χάνει τη συνολική εικόνα. Έτσι μπορούμε να καταλάβουμε την εξέλιξη της ιατρικής και της επιστήμης γενικώτερα και το πόσο σημαντικό είναι να γίνεται ριζική σε βάθος θεραπεία στους επιστήμονες για να μπορέσει να εξελιχθεί η επιστήμη. Γενικά ο συκωτικός είναι δογματικός και απόλυτος. Γι’ αυτόν, τα πράγματα είναι μαύρο ή άσπρο. Είναι δύσκαμπτος. Δε δέχεται εύκολα νέες ιδέες. Απορρίπτει μια νέα ιδέα χωρίς να την επεξεργαστεί. Η ανακατάταξη στο σύστημα των γνώσεων και αξιών του προκαλεί άγχος. Θέλει τις γνώσεις και τις ιδέες ταξινομημένες στο κεφάλι του. Θέλει κάθε τι να είναι τακτοποιημένο και ακίνητο. Αυτό του δημιουργεί μια ανάγκη για έλεγχο. Θέλει να ελέγχει το κάθε τι. Η πολυπλοκότητα και η πολυμορφία της φύσεως τον τρομάζει. Η συνεχής κίνηση του σύμπαντος επίσης. Έτσι από όλη την πολυμορφία διαλέγει αυτό που μπορεί να ταξινομήσει και να βάλει σε τάξη. Αυτό είναι συνήθως η επιφάνεια των φαινομένων. Αφού την ταξινομήσει προσπαθεί να την διατηρήσει σταθερή και ακίνητη. Επιτρέπει όσο το δυνατόν μικρότερες αλλαγές ώστε να μπορεί να τις ελέγξει.
Γενικά στη σύκωση υπάρχει μια τάση για υπερβολή των χαρακτηριστικών της ψώρας. Για παράδειγμα, το αίσθημα κατωτερότητας του ψωρικού είναι αόριστο και ασυνείδητο. Όταν όμως το άτομο πιστεύει πως για τίποτε δεν είναι ικανός, ότι δεν είναι ωραίος, ότι δεν είναι έξυπνος, ότι σε όλα υστερεί, τότε παρατηρείται μια υπερβολική έκφραση του αισθήματος κατωτερότητας και είναι συκωτικό μίασμα.
Όσον αφορά στην ερωτική ζωή του συκωτικού, έχει πλούσιες φαντασιώσεις σε σχέση με τον ερωτικό σύντροφο. Για παράδειγμα, μόλις ένας συκωτικός άντρας βλέπει μια γυναίκα, του δημιουργούνται φαντασιώσεις για ερωτικές στάσεις. Όμως, αν και έχει έντονες φαντασιώσεις, συνήθως κατά τη διάρκεια του έρωτα δεν εκφράζεται, δε λέει ερωτόλογα, είναι ψυχρός και βρίσκεται συνεχώς υπό έλεγχο.
Στη σωματική σφαίρα κυριαρχούν οι υπερπλασίες και υπερτροφίες. Σε αυτό το χαρακτηριστικό, όπως αναφέραμε παραπάνω, οφείλει και το όνομά της. Επίσης, η σύκωση χαρακτηρίζεται από μια αύξηση των εκκρίσεων. Για παράδειγμα η βλεννόρροια είναι συκωτική εκδήλωση. Το συκωτικό έκζεμα παρουσιάζει εκροή άφθονου υγρού. Άλλες φορές παρατηρείται στον οργανισμό κατακράτηση υγρών. Η φλεγμονή είναι μεγάλο χαρακτηριστικό της σύκωσης, όπως επίσης και η δημιουργία κύστεων.
Το συφιλιδικό μίασμαΤο συφιλιδικό μίασμα πήρε το όνομά του από το ότι από τη φύση του παρουσιάζει τάση για καταστροφή, ένα από τα εξέχοντα χαρακτηριστικά της σύφιλης. Ταλαιπωρεί το ανθρώπινο γένος πριν από την εμφάνιση της σύφιλης. Θα πρέπει να θεωρούμε τη σύφιλη ως μια από τις πιθανές εκδηλώσεις του συφιλιδικού μιάσματος. Αν ο Χάνεμαν ζούσε στην εποχή μας σίγουρα θα διάλεγε άλλη ονομασία γι’ αυτό το μίασμα.
Αλλά ας αρχίσουμε την περιγραφή της ψυχικής σφαίρας του συφιλιδικού μιάσματος. Ένα από τα προεξέχοντα χαρακτηριστικά του είναι η τάση για κατάκτηση. Συνεχώς θέλει να κατακτήσει κάτι. Μετά την κατάκτηση το αντικείμενο χάνει πια τη σημασία του, μπορεί να του προκαλεί μέχρι και αηδία. Κάτι άλλο βάζει στο στόχαστρό του, είναι δηλαδή δυσικανοποίητος. Ο συφιλιδικός είναι από τους τύπους που φθονούν εύκολα. Ό,τι δει θέλει να το αποκτήσει.
Άλλο μεγάλο χαρακτηριστικό του συφιλιδικού μιάσματος είναι η τάση του για καταστροφή. Για παράδειγμα, οι χούλιγκαν καταστρέφουν τα πάντα, ό,τι βρεθεί μπροστά τους. Ακόμη και όταν κερδίζει η ομάδα τους καταστρέφουν. Δεν πηγαίνουν στο γήπεδο για να απολαύσουν θέαμα αλλά για να καταστρέψουν. Η καταστροφή είναι χαρά γι’ αυτούς. Έτσι, ενώ ο ψωρικός φίλαθλος θα είναι σεμνός και θα σέβεται τους κανονισμούς και τον αντίπαλο, ο συκωτικός θα έχει την τάση για επίδειξη φορώντας πολύχρωμα κασκόλ της ομάδας του, ο συφιλιδικός κάθε στιγμή επιζητάει την καταστροφή.
Έτσι ο συφιλιδικός θρησκευόμενος καταστρέφει στο όνομα του Θεού, τον οποίο πιστεύει. Θέλει να σκοτώσει, να εξαφανίσει τον οπαδό μιας αντίθετης θρησκείας, σε αντίθεση με τον ψωρικό ο οποίος μπαίνει στο βαθύτερο νόημα της θρησκείας και είναι ένας φιλόσοφος θρησκευόμενος, καθώς και το συκωτικό ο οποίος μένει στην τυπολατρεία.
Μια άλλη συφιλιδική έκφραση του θρησκευτικού συναισθήματος είναι οι τελετές “Μαύρης Μαγείας”. Ο πιστός επικαλείται το Θεό της κατάκτησης και της καταστροφής για να πετύχει τους σκοπούς του είτε την κατάκτηση είτε την καταστροφή. Μια άλλη συχνή συφιλιδική εικόνα είναι η αθεΐα. Ο “εικονοκλάστης” που δε σέβεται τίποτε, που δεν πιστεύει σε τίποτε, είναι επίσης μια άλλη συφιλιδική έκφραση. Η θρησκεία αποτελεί έκφραση του Νόμου και ο συφιλιδικός παλεύει ενάντια σε αυτόν. Τα συφιλιδικά άτομα δεν έχουν ανεπτυγμένο το κοινωνικό συναίσθημα, δεν μπορούν να προσφέρουν τίποτε από τον εαυτό τους στους άλλους. Είναι αντιήρωες, δεν δέχονται ότι έχουν κοινωνικές υποχρεώσεις. Δε δέχονται να στρατευτούν όπως οι νόμοι ορίζουν. Χαρακτηριστικό είναι το ποίημα του Καρυωτάκη:
Ο ΜΙΧΑΛΙΟΣ
Τον Μιχαλιό τον πήρανε στρατιώτη.Καμαρωτά ξεκίνησε κι ωραίαμε το Μαρή και με τον Παναγιώτη.Δεν μπόρεσε να μάθει καν το «επ’ ώμου».Όλο εμουρμούριζε: «Κυρ Δεκανέα,άσε με να γυρίσω στο χωριό μου».Τον άλλο χρόνο, στο νοσοκομείο,αμίλητος τον ουρανό κοιτούσε.Εκάρφωνε πέρα, σ’ ένα σημείο,το βλέμμα του νοσταλγικό και πράο,σα να ‘λεγε, σα να παρακαλούσε:«Αφήστε με στο σπίτι μου να πάω».Κι ο Μιχαλιός επέθανε στρατιώτης.Τον ξεπροβόδισαν κάτι φαντάροι,μαζί τους ο Μαρής κι ο Παναγιώτης.Απάνω τους σκεπάστηκεν ο λάκκος,μα του άφησαν απέξω το ποδάρι:Ήταν λίγο μακρύς ο φουκαράκος.
Σε αυτό το ποίημα μπορούμε να δούμε κάποια χαρακτηριστικά του συφιλιδικού ατόμου. Πρώτα βλέπουμε την έλλειψη κοινωνικού συναισθήματος. Έπειτα βλέπουμε μια προσκόλληση στην οικογένειά του. Η προσκόλληση αυτή παρουσιάζει έντονη ανωριμότητα. Είναι μια μορφή εξάρτησης που δεν συμβαδίζει με την ηλικία του και έχει στοιχεία της βρεφικής εξάρτησης. Αυτό οφείλεται στο ότι η προσωπικότητα δεν έχει δομηθεί επαρκώς, έτσι όταν επιδράσει ένα στρεσογόνο ερέθισμα αυτή διαλύεται και το άτομο υιοθετεί πιο πρωτόγονους τρόπους λειτουργίας, δηλαδή με άλλα λόγια συμπεριφέρεται σαν βρέφος. Αυτή η τάση για εξάρτηση είναι και ο κύριος προδιαθετικός παράγοντας για τις εξαρτήσεις από τοξικές ουσίες και το αλκοόλ, οι οποίες στις βαρειές τους μορφές αποτελούν συφιλιδικές καταστάσεις.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό που περιγράφεται παραπάνω είναι το πόσο εύκολα αποδιοργανώνεται ο συφιλιδικός σε ένα στρεσογόνο ερέθισμα. Σε ένα ερέθισμα ακόμη και μέτριας έντασης, στον οργανισμό υπάρχει η τάση για αποδιοργάνωση, για πλήρη αποδιοργάνωση, έως στα πρόθυρα καταστροφής. Έτσι συμβαίνει, για παράδειγμα σε ένα ψυχωτικό επεισόδιο. Σε ένα ερέθισμα που για ένα μέσο άτομο είναι μετρίας έντασης, η συφιλιδική αντίδραση είναι μια πλήρη αποδιοργάνωση, μια πλήρη απώλεια της επαφής με την πραγματικότητα. Περισσότερα για αυτό θα αναφερθούν όμως και παρακάτω.
Ο θυμός του συφιλιδικού είναι βίαιος και εκρηκτικός, που φοβίζει τους παρευρισκόμενους. Χαρακτηρίζεται από την καταστροφικότητα. Ο ψωρικός είναι ευερέθιστος, αποτέλεσμα της έντονης υπερευαισθησίας του. Όμως, είναι μια επιφανειακή και παροδική ενόχληση. Μετά την έκφραση η ενόχληση περνάει. Ο συκωτικός συνήθως ελέγχει το θυμό του, αλλά όταν τον εκφράσει είναι υπερβολικός και γίνεται το επίκεντρο της προσοχής. Σε καμιά περίπτωση όμως δεν προκαλεί το φόβο στους άλλους, όπως θα τον προκαλέσει ο συφιλιδικός.
Η θλίψη του συφιλιδικού χαρακτηρίζεται και αυτή από καταστροφικότητα. Το άτομο έχει χάσει κάθε νόημα για να ζει. Είναι μελαγχολικός, θλιμμένος, ζοφερός. Αρνείται παντελώς τη ζωή. Δεν ενδιαφέρεται καθόλου για τίποτε. Σε αντίθεση με το συκωτικό ο οποίος με την έκφραση του προσώπου του, τη στάση του σώματός του και τα δάκρυά του μας δείχνει τη θλίψη του και με τον ψωρικό ο οποίος κλείνεται στον εαυτό του κυριευόμενος από τα αισθήματα ανεπάρκείας του.
Ο συφιλιδικός και στη χαρά του ακόμα χαρακτηρίζεται από καταστροφικότητα. Θέλει να καταστρέψει από τη χαρά του. Η καταστροφικότητα αυτή είτε θα εκδηλωθεί προς τα έξω είτε εσωτερικά τρελαίνοντας το άτομο. Το να χάσει κανείς τα λογικά του σε ένα χαρούμενο γεγονός είναι συφιλιδικό μίασμα. Σε αντίθεση με το συκωτικό ο οποίος θέλει τον καθένα να συμμετέχει στην ευχαρίστησή του και τον ψωρικό που γίνεται σαν παιδί στο συναισθηματισμό του.
Η έντονη επιθυμία για να δώσει κανείς τέλος στη ζωή του είναι επίσης συφιλιδικό μίασμα. Είναι έκφραση της καταστροφικότητας που χαρακτηρίζει τα συφιλιδικά άτομα. Γενικά, ο συφιλιδικός δε βιώνει χαρά. Δεν μπορεί να ζήσει τις απλές χαρές της ζωής. Για παράδειγμα, στη γέννηση ενός παιδιού ο συφιλιδικός θα σκέφτεται: “Γιατί ήλθες σ’ αυτόν τον κόσμο;... Καλύτερα να μην είχες γεννηθεί... Μπελάδες και βάσανα θα σε περιμένουν...”. Σε αντίθεση με το συκωτικό, ο οποίος θα περηφανεύεται για το παιδί προσπαθώντας να του βρει χαρίσματα και ο οποίος θέλει να θαυμάζουν όλοι το παιδί του. Σε αντίθεση επίσης με τον ενθουσιώδη ψωρικό που παιδιάζει από τη χαρά του.
Η καταστροφικότητα είναι το προέχον χαρακτηριστικό του συφιλιδικού μιάσματος στην σωματική σφαίρα. Τυπική σωματική εκδήλωση του συφιλιδικού μιάσματος είναι το έλκος. Το έλκος είναι καταστροφική διεργασία. Υπάρχει λύση της συνέχειας, καταστροφή της δομής σε κάποιο σημείο του ιστού.
Η γρήγορη μετάσταση συνοδεύει πολλές φορές την καταστροφικότητα της καρκινικής διεργασίας, όπως βλέπουμε σε κάποιες μορφές καρκίνων.
Το φυματινικό μίασμα
Αυτό που χαρακτηρίζει το φυματινικό μίασμα είναι μια συνεχής τάση για αλλαγή, τάση για κίνηση, κίνηση προς ένα στόχο ο οποίος είναι εξιδανικευμένος στη φαντασία του ατόμου, που απέχει όμως πολύ από την πραγματικότητα που ζει το άτομο. Αλλά αν πραγματοποιηθεί χάνει την αξία του, το άτομο χάνει το ενδιαφέρον του για αυτό που τόσο τον συνάρπαζε. Άλλος στόχος δεσπόζει μετά στην φαντασία του και αυτός δεσπόζει μέχρι να κατακτηθεί, οπότε θα χάσει κι αυτός την αξία του. Στα παραπάνω βλέπουμε χαρακτηριστικά και του ψωρικού και του συφιλιδικού μιάσματος. Για αυτό πολλοί το θεωρούν σύνθετο μίασμα και έτσι δεν το περιγράφουν ξεχωριστά ενώ άλλοι το θεωρούν ως ξεχωριστό μίασμα. Θα προσπαθήσουμε να το περιγράψουμε ως αυτούσια οντότητα. Πρέπει και εδώ να τονίσουμε ότι η φυματίωση αποτελεί απλή κλινική εκδήλωση του φυματ
Μετά από προσεκτική παρατήρηση και μελέτη, ο Χάνεμαν έφθασε στο συμπέρασμα ότι υπάρχει κάποιο εμπόδιο στον οργανισμό που δεν μπορεί να καταπολεμηθεί με τα φάρμακα ή με την πιο υγιεινή δίαιτα ή να εξαλειφθεί από μόνο του. Αυτό το εμπόδιο το ονόμασε μίασμα. Η λέξη “μίασμα” σημαίνει μόλυσμα, κηλίδωμα, βρώμισμα, μουτζούρωμα. Θεώρησε λοιπόν ο Χάνεμαν, ότι η ζωτική δύναμη “μολύνεται” από κάποιους παράγοντες και αυτή η “μόλυνση” δημιουργεί τη νόσο. Διέκρινε τρία μιάσματα, το ψωρικό, το συκωτικό και το συφιλιδικό.
Σύμφωνα με το Χάνεμαν, αυτά τα τρία χρόνια μιάσματα αποτελούν τη βάση κάθε νόσου. Οποιαδήποτε νόσος, όποια και να είναι τα εξωτερικά της συμπτώματα, μπορεί να “εντοπιστεί” σε κάποιο μίασμα ή σε συνδυασμό των παραπάνω μιασμάτων. Αν και τα παραπάνω τρία μιάσματα αποτελούν τη βάση κάθε νοσηράς διεργασίας, ο συνδυασμός ψώρας και σύφιλης έχει περιγραφεί ως φυματινικό μίασμα. Έτσι στην ομοιοπαθητική βιβλιογραφία υπάρχει μια διαφοροποίηση. Άλλοι συγγραφείς προτιμούν την περιγραφή μόνον των τριών βασικών μιασμάτων και άλλοι προτιμούν να περιγράφουν ως βασικό μίασμα και το φυματινικό.
Διδάχθηκα τη θεωρία των μιασμάτων από τον Αρίσταρχο Τσαμασλίδη. Ο Αρίσταρχος ήταν πολύ καλός γνώστης της μιασματικής θεωρίας και την εφάρμοζε συστηματικά στην εξάσκηση της ομοιοπαθητικής. Μας έλεγε στα μαθήματά που μας έκανε, ότι αν δεν την κατανοούσαμε, θα περιορίζαμε πολύ τις δυνατότητές μας στην αντιμετώπιση των χρονίων ασθενειών. Αυτό το είχα διαπιστώσει πολλές φορές στην πράξη, παρακολουθώντας κοντά του την εξέταση ασθενών στο ιατρείο του.
Από την άλλη πλευρά είναι δύσκολο να μιλήσεις γι’ αυτή τη θεωρία στην εποχή μας. Οι άλλοι σε κοιτάζουν παράξενα. Θυμάμαι ότι, όταν την ανέφερα σε κάποιους συναδέλφους γιατρούς, οι περισσότεροι με αντιμετώπιζαν ως γραφικό. Λίγοι ήταν καλοπροαίρετοι και θα ήθελαν να την κατανοήσουν. Για να μπορέσει να γίνει κατανοητή η θεωρία έπρεπε να εμπλουτιστεί με σύγχρονες γνώσεις. Αλλά ήταν πολύ δύσκολη μια τέτοια συσχέτιση από εμάς εκείνη την περίοδο. Έτσι το μόνο που μπορούσαμε να κάνουμε ήταν να μάθουμε τη θεωρία των μιασμάτων ως ένα σύστημα ταξινόμησης των ασθενειών, το οποίο εμείς οι ομοιοπαθητικοί ιατροί μπορούσαμε να το χρησιμοποιούμε μόνο μεταξύ μας, αποφεύγαμε δε να το χρησιμοποιούμε στις συζητήσεις μας με άλλους γιατρούς.
Σε αυτό το σημείο πρέπει να αναφέρω ένα συγγραφέα που βοήθησε πολύ στην κατανόηση της μιασματικής θεωρίας. Πρόκειται για τον P.S. Ortega ο οποίος στο βιβλίο του “Σημειώσεις για τα μιάσματα” έδωσε πολύ ωραία περιγραφή της βασικής ψυχοσύνθεσης των τριών μιασμάτων.
Πάντα όμως υπήρχε μέσα μου η επιθυμία να μπορέσω να βρω περισσότερα στοιχεία για τη θεωρία των μιασμάτων μέσα από νεώτερες επιστημονικές απόψεις. Δεν ήξερα όμως πως θα μπορούσα να το κάνω αυτό. Μια μέρα βρισκόμουν στο γραφείο των ιατρών της νευρολογικής κλινικής του στρατιωτικού νοσοκομείου. Ήλθε μέσα κάποιος συνοδός ασθενή για να ζητήσει κάτι. Ο τρόπος που το ζητούσε ήταν χαρακτηριστικός. Ο άνθρωπος αυτός ήταν εξαιρετικά απαιτητικός, έδειχνε πολύ θυμωμένος και η ομιλία του είχε μια έντονη χροιά επιθετικότητας. Μέσα μου σκέφτηκα «Αυτός σίγουρα είναι συφιλιδικός». Αφού τον εξυπηρετήσαμε, ένας ψυχίατρος που ήταν παρών μας είπε «συνάδελφοι τι παρατηρείται στην συμπεριφορά αυτού του ανθρώπου; Έχει πολύ θυμό. Δαγκώνει. Είναι καθηλωμένος στοματικά σύμφωνα με τη θεωρία του Freud». Η παρατήρηση αυτή ήταν πολύ χρήσιμη για μένα. Έκανα την πρώτη συσχέτιση που θα μπορούσε να βοηθήσει στην βαθύτερη κατανόηση της μιασματικής θεωρίας. Το συφιλιδικό μίασμα σχετιζόταν με την στοματική καθήλωση της Φροϋδικής θεωρίας.
Σύμφωνα με τη Φροϋδική θεώρηση, σημαντικό ρόλο για την ανάπτυξη της προσωπικότητας του ατόμου παίζουν τρία στάδια.
Το πρώτο στάδιο είναι το στοματικό που αρχίζει από τη στιγμή της γέννησης μέχρι την ηλικία του ενάμισι έτους. Κύριο θέμα του σταδίου αυτού είναι ο θηλασμός και η προοδευτική μετάπτωση του ατόμου από την κατάσταση εξάρτησης από το μαστό σε μια κατάσταση ανεξαρτησίας.
Το δεύτερο στάδιο είναι το πρωκτικό. Διαδέχεται το στοματικό μέχρι την ηλικία των δυόμισι έως τριών χρονών περίπου. Κύριο θέμα του σταδίου αυτού είναι ο έλεγχος των σφικτήρων.
Το τρίτο στάδιο είναι το φαλλικό. Διαδέχεται το πρωκτικό και αρχίζει από ηλικία δυόμισι ετών μέχρι το τέλος του πέμπτου έτους περίπου. Κύριο θέμα του σταδίου αυτού είναι ο ανεκπλήρωτος έρωτας του παιδιού προς το γονέα του αντίθετου φύλου.
Ο άνθρωπος που δεν έχει περάσει ομαλά από ένα απ’ αυτά τα στάδια, έχει καθήλωση σε αυτό. Έτσι, ανάλογα με το είδος της καθήλωσης, παρατηρούνται τρεις τύποι, ο στοματικός, ο πρωκτικός και ο φαλλικός.
Ο στοματικός τύπος χαρακτηρίζεται από απαιτητικότητα, γκρίνια, απληστία, βιασύνη, υβριστική συμπεριφορά, τάση για εξάρτηση, έντονη τάση για επιθετικότητα και καταστροφή. Τα στοιχεία αυτά ταιριάζουν με τον συφιλιδικό τύπο της ομοιοπαθητικής θεώρησης.
Ο πρωκτικός τύπος χαρακτηρίζεται από ευταξία, τάση για λεπτολογία, τελειοθηρία, ακριβολογία. Έχει τάση για φιλαργυρία, είναι πεισματάρης και δογματικός. Ελέγχει κάθε του συναίσθημα. Τα στοιχεία αυτά ταιριάζουν με τον συκωτικό τύπο της ομοιοπαθητικής θεώρησης.
Ο φαλλικός τύπος χαρακτηρίζεται από τη συνεχή αναζήτηση ενός εξιδανικευμένου και ανεκπλήρωτου στόχου, που στην προσπάθειά του να τον βρει υπάρχουν πολλά εμπόδια. Επαναλαμβάνεται η ιστορία του μικρού αγοριού που o μπαμπάς του είναι εμπόδιο στην ερωτική του επιθυμία προς τη μητέρα του. Ο φαλλικός τύπος αντιστοιχεί στον φυματινικό τύπο της ομοιοπαθητικής.
Ο ψωρικός τύπος της ομοιοπαθητικής δεν έχει κάποιο ανάλογό του στη Φροϋδική τυπολογία. Αυτό μπορεί να εξηγηθεί από το γεγονός ότι ο Φρόϋντ εργάστηκε με ασθενείς που είχαν αρκετά έντονη ψυχοπαθολογία. Ο ψωρικός τύπος παρουσιάζει την ελάχιστη ψυχοπαθολογία. Έτσι δεν υπήρχε εμφανής λόγος για να πάει για ψυχανάλυση κάποιος ψωρικός.
Η παραπάνω συσχέτιση διεύρυνε κατά πολύ τις γνώσεις μου για τα μιάσματα. Σύμφωνα με αυτήν τη νέα θεώρηση ξεκαθαρίζονταν κάποιες βασικές έννοιες. Ο Χάνεμαν για να ορίσει τα μιάσματα, χρησιμοποίησε κάποιες νοσολογικές οντότητες, που μπορεί να ήταν επίκαιρες στην εποχή του, δεν άντεξαν όμως στο πέρασμα του χρόνου. Ακόμη και ο όρος μίασμα αποδείχθηκε ανεπιτυχής. Η χρησιμοποίηση νοσολογικών οντοτήτων για την ονομασία των μιασμάτων προκάλεσε σύγχυση. Έτσι κάποιοι συγγραφείς επιδόθηκαν στο να ανακαλύπτουν συνεχώς νέα μιάσματα ανάλογα με διάφορες σοβαρές νόσους.
Σύμφωνα με τα νέα στοιχεία, άρχισε να διαφαίνεται μια νέα γενική τυπολογία. Ο κάθε τύπος έχει τα δικά του χαρακτηριστικά και τις δικές του προδιαθέσεις για νόσο. Δεν περιορίζεται σε μια πάθηση, αλλά μπορεί να εμφανίσει ομάδα παθήσεων. Όμως χρειαζόταν να διευρυνθεί η κατανόησή τους και μέσα από άλλα θεωρητικά συστήματα.
Σε ένα από τα ταξίδια μου στην Ινδία, γνώρισα έναν ομοιοπαθητικό γιατρό τον Jawahar Shah, ο οποίος είχε ξεκινήσει μια παρόμοια μελέτη με μένα, αλλά από μια άλλη οπτική γωνία, την ψυχολογία του Παβλώφ. Ο Shah συνεργαζόταν με μια ομάδα ψυχιάτρων και είχε εισαγάγει στη θεωρία των μιασμάτων στοιχεία από τη θεωρία του Ρώσου Παβλώφ. Ο Παβλώφ είχε αναπτύξει μια δικιά του τυπολογία τεσσάρων τύπων, ήτοι: τον δραστήριο ισορροπημένο, τον ασθενή ισορροπημένο, τον ισχυρό διεγερτικό και τον ασθενή ανεσταλμένο. Είχε επίσης συσχετίσει αυτούς τους τύπους με την τυπολογία του Ιπποκράτη που περιελάμβανε τέσσερεις τύπους, ήτοι: τον αιματώδη, τον φλεγματικό, τον χολερικό και τον μελαγχολικό.
Συνεχίζοντας τη μελέτη μπόρεσα να κάνω και άλλους συσχετισμούς σχετικά με την τυπολογία των τεσσάρων τύπων. Η συνολική μελέτη για την ιδιοσυστασία παρουσίασε ένα κοινό μοντέλο, περιλαμβάνοντας στοιχεία από διάφορα θεωρητικά συστήματα.
Στον παρακάτω πίνακα δίνεται ένα σχεδιάγραμμα των συσχετίσεων των διαφόρων θεωρητικών συστημάτων.
ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ Α
ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ Β
ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ Γ
ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ Δ
ΟΜΟΙΟΠΑΘΗΤΙΚΗ
ΨΩΡΙΚΟ
ΜΙΑΣΜΑ
ΣΥΚΩΤΙΚΟ
ΜΙΑΣΜΑ
ΣΥΦΙΛΙΔΙΚΟ
ΜΙΑΣΜΑ
ΦΥΜΑΤΙΝΙΚΟ ΜΙΑΣΜΑ
ΦΡΟΥΝΤ
Δεν υπάρχει κάποια άμεση αντιστοιχία. Εδώ υπάγονται έννοιες όπως της ψυχικής σύγκρουσης και της απώθησης.
ΠΡΩΚΤΙΚΗ
ΚΑΘΗΛΩΣΗ
ΣΤΟΜΑΤΙΚΗ
ΚΑΘΗΛΩΣΗ
ΟΙΔΙΠΟΔΙΑΚΗ
ΚΑΘΗΛΩΣΗ
ΠΑΡΑΚΕΛΣΟΣ
ΝΟΣΟΙ
ΘΕΙΟΥ
ΝΟΣΟΙ
ΑΛΑΤΟΣ
ΝΟΣΟΙ ΥΔΡΑΡΓΥΡΟΥ
ΠΑΒΛΩΦ
ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΣ
ΙΣΟΡΡΟΠΗΜΕΝΟΣ
ΗΣΥΧΟΣ
ΙΣΟΡΡ/ΜΕΝΟΣ
ΑΣΘΕΝΙΚΟΣ
ΑΝΕΣΤΑΛΜΕΝΟΣ
ΙΣΧΥΡΟΣ
ΔΙΕΓΕΡΤΙΚΟΣ
ΙΠΠΟΚΡΑΤΗΣ
ΑΙΜΑ
ΦΛΕΓΜΑ
ΜΕΛΑΝΑ ΧΟΛΗ
ΚΙΤΡΙΝΗ ΧΟΛΗ
ΕΜΠΕΔΟΚΛΗΣ
ΦΩΤΙΑ
ΝΕΡΟ
ΓΗ
ΑΕΡΑΣ
ΠΛΑΤΩΝ
ΦΩΤΙΑ
ΝΕΡΟ
ΓΗ
ΑΕΡΑΣ
ΑΓ. ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΝΥΣΣΗΣ
ΟΥΡΑΝΟΣ
ΝΕΡΟ
ΓΗ
ΑΕΡΑΣ
Μετά από τη διατύπωση της ενοποιού θεωρίας της ιδιοσυστασίας άρχισε κατά πολύ να ξεκαθαρίζει το τοπίο της μιασματικής θεωρίας. Ήταν σαφές ότι η μιασματική θεωρία προϋπήρχε του Χάνεμαν με άλλες ορολογίες και από άλλους συγγραφείς. Ο Χάνεμαν μετά από κάποιες κλινικές παρατηρήσεις χρησιμοποίησε δικούς του όρους και την παρουσίασε ως δικιά του θεωρία. Για κάποιον που ξέρει ομοιοπαθητική είναι εμφανής ο επηρεασμός του Χάνεμαν από τις θεωρίες του Παράκελσου, διότι για το Χάνεμαν, το θείον είναι το κύριο αντιψωρικό φάρμακο και ο υδράργυρος το κύριο αντισυφιλιδικό.
Η ενοποιός θεωρία της ιδιοσυστασίας δεν είναι ένα στατικό θεωρητικό μοντέλο. Η διδασκαλία της στη Μόσχα στο Πανεπιστήμιο Φιλίας των Λαών έχει βοηθήσει στην διεύρυνσή της. Ήδη κάποιοι ιατροί που τη διδάχτηκαν εργάζονται προς αυτήν την κατεύθυνση. Όπως είναι ευνόητο, ένα τέτοιο θέμα δεν μπορεί να αναπτυχθεί στα πλαίσια του βιβλίου αυτού. Όποιος ενδιαφέρεται να ενημερωθεί εκτενέστερα μπορεί να ανατρέξει στο βιβλίο μου «Ριζώματα, αρχές για μια ενοποίηση των επιστημών του ανθρώπου».
Τώρα θα σας δοθούν περιληπτικά μερικά κλινικά χαρακτηριστικά για τους τέσσερις τύπους της μιασματικής θεωρίας.
Το ψωρικό μίασμα
Ο Χάνεμαν, με τον όρο “ψώρα”, εννοούσε μια αρχική νοσηρή κατάσταση η οποία μετά την ολοκλήρωση της εσωτερικής μόλυνσης ολόκληρου του οργανισμού, εκδηλώνεται με ένα ιδιόμορφο δερματικό εξάνθημα. Λέει χαρακτηριστικά: “Η ψώρα είναι η πιο παλιά, πιο παγκόσμια, πιο ολέθρια και ακόμη ελάχιστα γνωστή μιασματική νόσος, που παραμόρφωσε και βασάνισε τα έθνη επί χιλιάδες χρόνια”. Για τον Χάνεμαν η ψώρα είναι μια νόσος ή διάθεση προς νόσο, κληροδοτούμενη από γενεά εις γενεά για χιλιάδες χρόνια και είναι το υποθάλπον έδαφος για κάθε νοσηρή κατάσταση. Ταυτόχρονα είναι η πιο μολυσματική και μεταδοτική όλων.
Αν θέλαμε να περιγράψουμε το κοινό χαρακτηριστικό των εκατοντάδων συμπτωμάτων της ψώρας, θα αναφέραμε δύο ιδιότητες: Η υπερευαισθησία και η έλλειψη. Σε άλλα βιβλία τονίζεται η έλλειψη και σε άλλα η υπερευαισθησία.
Την έννοια της υπερευαισθησίας μπορούμε να την καταλάβουμε με ένα απλό παράδειγμα: Αν εφαρμόσουμε ένα εξωτερικό ερέθισμα σε δύο διαφορετικά άτομα, αυτά θα αντιδράσουν διαφορετικά. Ο ψωρικός αντιδρά πιο έντονα από ένα υποτιθέμενο “φυσιολογικό άτομο”. Υπάρχει δηλαδή μια πτώση ουδού και έχουμε υπέρμετρη αντίδραση. Η αντίδραση αυτή είναι προς την σωστή κατεύθυνση αλλά είναι αυξημένης έντασης. Αυτή η υπερευαισθησία παρατηρείται σε όλες τις λειτουργίες του ψωρικού. Υπάρχει αύξηση καταγραφής των εντυπώσεων. Το ψωρικό άτομο παρατηρεί από το περιβάλλον πολύ περισσότερα. Επίσης συγκινείται εύκολα. Είναι ευαίσθητος. Εύκολα θα θυμώσει επίσης. Αφού εκφράσει το θυμό του, θα κοιμηθεί καλά, δεν είναι μνησίκακος. Εύκολα θα κλάψει επίσης. Μετά το κλάμα αισθάνεται καλύτερα. Υπάρχει μια συναισθηματική ευμεταβλητότητα, η οποία οφείλεται στην υπερευαισθησία. Η υπερευαισθησία του ψωρικού συνοδεύεται με γνήσια εκφραστικότητα. Όλες του οι εκφράσεις είναι πλούσιες. Μεταδίδει συναίσθημα. Ο ψωρικός είναι επιστήμων ή καλλιτέχνης. Υπάρχει υπερευαισθησία στο φως, στους ήχους, στις οσμές. Τρομάζει εύκολα από ασήμαντες αφορμές. Στο σώμα χαρακτηριστικότερο σημείο της υπερευαισθησίας είναι ο κνησμός. Εξωτερικός κνησμός ή εσωτερικός π.χ. το γαργαλητό είναι σημάδι ψώρας. Η καταπίεση των σωματικών εκδηλώσεων της ψώρας από λανθασμένη φαρμακευτική αγωγή έχει σαν αποτέλεσμα την εμφάνιση του ψυχικού κνησμού, που ταλαιπωρεί πιο πολύ το άτομο. Τέτοιες καταπιέσεις οδήγησαν τον Χάνεμαν στην ανακάλυψη του ψωρικού μιάσματος και στην περιγραφή του.
Το άλλο μεγάλο χαρακτηριστικό του ψωρικού μιάσματος είναι η έλλειψη. Αυτή εκφράζεται στον ψυχισμό ως αίσθημα ανεπαρκείας. Υπάρχει ένα βαθύ αίσθημα κατωτερότητας. Είναι ο επιχειρηματίας που έχει ικανότητες, που είναι έξυπνος, δραστήριος, αλλά που θέλει κάπου να στηρίζεται. Πάντα επιζητά έναν συνεταίρο. Αν ο συνεταίρος του είναι κατεργάρης μπορεί να τον εκμεταλλευτεί πολύ εύκολα. Δηλαδή το άτομο αυτό θέλει πάντα ένα στήριγμα, ζητάει πάντα προστασία. Είναι ο επιστήμονας, που αν και είναι πολύ καλός γνώστης της επιστήμης του, συνεχώς ζητάει το στήριγμα του δασκάλου του ή των συναδέλφων του. Στις σχέσεις του ζητάει στοργή και συμπόνια. Χρειάζεται φιλικό περιβάλλον για να εκφραστεί. Αυτό οφείλεται στη συστολή του, που προκαλείται από το αίσθημα κατωτερότητάς του. Είναι τύπος με πολλές αναστολές. Σε κάθε του πράξη τον φρενάρει μια εσωτερική φωνή. Κατέχεται από άγχος, εύκολα τρομάζει.
Αυτή η αίσθηση ανεπάρκειας τον αναγκάζει να ζει σε ένα φανταστικό κόσμο, που δεν είναι όμως ο αυτιστικός κόσμος ενός σχιζοφρενούς. Είναι απλώς το αίσθημα ανεπάρκειας που τον εμποδίζει να υλοποιήσει τα όνειρά του. Ο πλούσιος ψυχικός του κόσμος αναγκάζεται λοιπόν να εκφραστεί μέσω της φαντασίας. Βλέπουμε λοιπόν ένα άτομο να πηγαίνει σε μια διάλεξη και την περισσότερη ώρα δεν ακούει τη διάλεξη, αλλά φαντασιώνει κάποιες καταστάσεις. Υπάρχει μια απώλεια επαφής η οποία, από τη μια οφείλεται σε κάποια έντονα συναισθήματα εξαιτίας της υπερευαισθησίας του, και από την άλλη στη μη εκδήλωσή τους εξαιτίας του αισθήματος ανεπάρκειάς του.
Είναι λοιπόν άτομα με πολύ πλούσιο ψυχικό κόσμο, που δεν εκφράζεται και δεν υλοποιείται απόλυτα, γιατί τους λείπει η τόλμη. Το αίσθημα κατωτερότητας τους δημιουργεί μια στασιμότητα, μια ακινησία, ένα περιορισμό. Αν δεν υπήρχε αυτό το αίσθημα κατωτερότητας θα μπορούσαν να ήταν πιο ευτυχισμένα και πιο χρήσιμα στο σύνολο. Η συνειδητοποίηση της “ανημπόριας” τους, τους δημιουργεί θλίψη. Μέσα στη θλίψη τους βλέπουν μακριά στον ορίζοντα μια “άσπρη” μέρα. Το “κάντε υπομονή και ο ουρανός θα γίνει πιο γαλανός” εκφράζει την ψωρική θλίψη. Μέσα του υπάρχει ελπίδα που δεν έχει χαθεί.
Τον ψωρικό τον ενδιαφέρει η άποψη των άλλων πάρα πολύ, σέβεται τα έθιμα και τις παραδόσεις, του δημιουργούνται τύψεις αν παραβεί τους νόμους. Αυτό εύκολα εξηγείται με το αίσθημα ανεπαρκείας. Αυτό το αίσθημα ανεπαρκείας τον κάνει να ζητάει πάντα συμπαράσταση από κάποιον. Δημιουργεί σχέσεις συμπαράστασης και δεσμούς συμπαράστασης που δεν θέλει να λυθούν γιατί θα μείνει μόνος αν αυτοί δεν υπάρχουν. Πίσω από το αίσθημα της μεγάλης κοινωνικότητας πολλών ατόμων βρίσκεται αυτή η ανάγκη συμπαράστασης από την ομάδα. Φοβάται πολύ την απόρριψη.
Αυτές οι ανάγκες τους δημιουργούν μια συνεχή ανάσχεση του “θέλω” από το “πρέπει”. Για παράδειγμα, όταν ο ψωρικός πάει να επιτελέσει μια πράξη, σκέφτεται αν είναι σωστό και πρέπον να το κάνει και συνήθως συγκρατείται. Είναι πολύ φιλότιμοι προς τους συγγενείς τους. Ενοχλούνται εύκολα από τα σχόλια και είναι εύθικτοι. Για αυτό αργούν να εκδηλώσουν το θυμό τους και όταν τον εκδηλώσουν ξεχνούν το συμβάν.
Το ψωρικό άτομο έχει ροπή προς τους πλατωνικούς έρωτες. Ας υποθέσουμε ότι σε έναν ψωρικό άνδρα αρέσει μιά γυναίκα. Σκέφτεται: “Τι ωραία γυναίκα... Τι ευγενική ύπαρξη... Της αρέσω άραγε; Τόσοι τη θέλουν εμένα θα θέλει;...Και αν με απορρίψει;...” Υπάρχει και εδώ μια ανάσχεση. Ανάσχεση που οφείλεται από τη μια στην αίσθηση ανεπάρκειάς τους και από την άλλη στο φόβο απόρριψης της συμπεριφοράς τους από την κοινωνία. Αυτό τον κάνει να βιώνει φαντασιακά τον έρωτα. Είναι άτομο που έχει ερωτευτεί πολλές φορές αλλά που έχει πραγματοποιήσει τις φαντασίες του λίγες φορές. Είναι επίσης ευσυγκίνητος, στενοχωριέται εύκολα και εύκολα πληγώνεται. Οι φαντασιώσεις του στον έρωτα είναι ετεροφυλικές. Είναι αγνός στα συναισθήματά του. Ερωτεύεται πρόσωπο, όχι στήθος, γάμπα κτλ. Βλέπει την προσωπικότητα και δεν θεωρεί το σύντροφο “σκεύος” ηδονής.
Ο ψωρικός παρουσιάζει επίσης κλίση προς τη θρησκεία. Δεν είναι ο σχολαστικά θρησκευόμενος. Η πίστη του είναι φιλοσοφημένη, είναι ανάγκη για αναζήτηση, είναι αγωνία για την ύπαρξη. Είναι, με άλλα λόγια, αίσθηση ανεπάρκειας του ανθρώπου προς την απεραντότητα του σύμπαντος.
Γενικά ο ψωρικός παρουσιάζει μια τάση για συμμόρφωση με τα ήθη και έθιμα και τους κοινωνικούς νόμους και έχει ανεπτυγμένο κοινωνικό συναίσθημα. Έτσι ασπάζεται έννοιες όπως οικογένεια, εργασία κ.λ.π. Επιθυμεί να κάνει οικογένεια, του αρέσει η εργασία, εκπληρώνει με υπομονή τις κοινωνικές του υποχρεώσεις, όπως για παράδειγμα την υποχρέωση της θητείας. Την υπηρεσία προς το κοινωνικό σύνολο τη θεωρεί τιμή του και δεν ιεραρχεί πάνω από όλα το προσωπικό του συμφέρον.
Το χαρακτηριστικό της ελλείψεως στο σώμα εκδηλώνεται ποικιλοτρόπως, όπως για παράδειγμα με ανεπαρκή θρέψη. Τρώει συνεχώς αλλά ο οργανισμός δεν μπορεί να αφομοιώσει τις τροφές. Έτσι, υπάρχει έλλειψη.
Όσοι αναφέρουν ότι η έλλειψη βιταμινών και ιχνοστοιχείων ευθύνονται για τις διάφορες νόσους συμβαδίζουν με την ομοιοπαθητική σκέψη γιατί εστιάζονται στο σημείο αυτό που έχει σχέση με το ψωρικό μίασμα. Για παράδειγμα, η έλλειψη βιταμίνης Α προκαλεί ξηρότητα. Η ξηρότητα είναι ένα από τα βασικά συμπτώματα του ψωρικού μιάσματος. Ο Χάνεμαν όταν έγραφε για το ψωρικό μίασμα δεν ήξερε την ύπαρξη της βιταμίνης Α.
Η έλλειψη ιχνοστοιχείων από τον οργανισμό προκαλεί διαταραχές στην ομαλή λειτουργία του. Η έλλειψη ασβεστίου προκαλεί οστεομαλακία, καρδιακές διαταραχές, νευρομυϊκή διεγερσιμότητα. Η έλλειψη καλίου προκαλεί καρδιακή δυσλειτουργία και διαταραχές οξεοβασικής ισορροπίας. Η έλλειψη νατρίου προκαλεί κατακράτηση ή απώλεια ύδατος από τον οργανισμό. Η έλλειψη ιωδίου προκαλεί βρογχοκήλη. Η έλλειψη μαγνησίου προκαλεί νευρομυικές διαταραχές, καρδιακή δυσλειτουργία και οστεομαλάκυνση. Η έλλειψη σιδήρου προκαλεί αναιμία. Η έλλειψη ψευδαργύρου προκαλεί δερματολογικές διαταραχές, κακή λειτουργία του αμφιβληστροειδούς, διαβήτη, αζωοσπερμία, αδυναμία συνέχισης της κύησης, άνοια. Η έλλειψη χαλκού προκαλεί ηπατοφακοειδή εκφύλιση, οστεοπόρωση, αναιμία. Η έλλειψη κοβαλτίου προκαλεί αναιμία και γενική καταβολή. Η έλλειψη σεληνίου προκαλεί μυϊκή δυστροφία και καρδιακή δυσλειτουργία. Με βάση τα παραπάνω επιβεβαιώνεται ο Χάνεμαν που θεωρούσε ότι το ψωρικό μίασμα ήταν η βάση όλης της ανθρώπινης νόσου.
Το συκωτικό μίασμαΗ λέξη σύκωση προέρχεται από τη λέξη σύκο. Ο Χάνεμαν χρησιμοποίησε αυτήν τη λέξη γιατί ο συκωτικός έχει μια τάση για δημιουργία εκφυμάτων που μπορεί να φθάσουν μέχρι το σημείο να μοιάζουν με σύκο. Με άλλα λόγια σύκωση σημαίνει ακροχορδόνωση.
Ας αρχίσουμε με την περιγραφή της ψυχικής σφαίρας του συκωτικού. Υπάρχει μια τάση στο συκωτικό για επίδειξη. Η συκωτική γυναίκα είναι αυτή που περπατά και σείεται ο δρόμος. Όλοι γυρνούν να την κοιτάξουν και αυτό είναι που συνειδητά αλλά και ασυνείδητα επιζητά. Ο άντρας περπατάει κορδωμένος φουσκώνοντας τους μυς του. Τα ακριβά ρούχα που αγοράζονται από “in” μαγαζιά, έχουν να κάνουν επίσης με σύκωση.
Η αγορά ακριβού αμαξιού (χωρίς να είναι απαραίτητο για επαγγελματική χρήση) έχει να κάνει επίσης με σύκωση.
Η ιατρική και τα πολύ “in” επαγγέλματα, όπως δημοσιογράφος, πολιτικός, δικηγόρος είναι ο πόλος έλξης των συκωτικών. Ο φοιτητής έλκεται από την ταμπέλα, από το εφέ, από το διεθνώς αναγνωρισμένο. Ο συκωτικός επιστήμονας νομίζει ότι είναι κάτι το εξαιρετικό στον τομέα του, έστω και αν είναι μέτριος. Αποκαλεί τον εαυτό του σεφ ή μαίτρ στο είδος του. Χρησιμοποιεί στην ταμπέλα του πολλούς τίτλους. Επίσης ο συκωτικός ασθενής θέλει να πηγαίνει σε πολύ αναγνωρισμένους γιατρούς με πολλούς τίτλους, που του δίνουν την αίσθηση του παντογνώστη. Βλέπει με δυσπιστία γιατρούς απλούς και ειλικρινείς.
Αυτή η τάση για επίδειξη είναι κάτι που τον χαρακτηρίζει σε κάθε συμπεριφορά του και τις περισσότερες μάλιστα φορές είναι ασυνείδητη. Στη θλίψη του για παράδειγμα, ο τρόπος που κλαίει, ο τρόπος που αναστενάζει κάνει όλους τους άλλους να στρέφουν την προσοχή τους και τη συμπάθειά τους προς αυτόν. Ο συκωτικός τύπος θυμού είναι επιδεικτικός επίσης. Το άτομο ωρύεται, φωνάζει, προκαλεί φασαρία. Είναι ένα “φούσκωμα” που κάνει τους άλλους να στρέψουν την προσοχή τους. Στη χαρά του επίσης, ο συκωτικός γελάει δυνατά και κάνει πολύ σαματά.
Άλλο μεγάλο χαρακτηριστικό της ψυχικής σφαίρας του συκωτικού είναι η τάση για κράτημα. Γενικά, υπάρχει μια υπεροχή του “κρατώ” σε σχέση με το “δίνω”. Έτσι, ο συκωτικός δύσκολα δίνει. Ο συκωτικός καθηγητής δύσκολα θα δώσει τη γνώση που έχει, δεν είναι ο τύπος που θα μεταδώσει τη γνώση. Θα προσπαθεί να την κρατήσει δικιά του. Μπορεί να φθάσει και στο σημείο να παραπλανεί τους άλλους, αρκεί να μην τη δώσει. Τις περισσότερες φορές υπάρχει αμφιθυμία σε σχέση με το δίνω-κρατώ.
Σε σχέση με τα συναισθήματα, κρατάει επίσης. Ενώ θέλει ο ίδιος να είναι το επίκεντρο της προσοχής, όταν έχει κάποιο πρόβλημα δύσκολα δίνει συναισθηματικά στη σχέση του. Είναι η περίπτωση της μητέρας που είναι ψυχρή προς το παιδί της. Το χάδι της δεν χρωματίζεται από συναίσθημα, είναι περισσότερο τυπικό.
Ο συκωτικός εραστής είναι σφικτός στο να δώσει συναίσθημα. Δεν τον χαρακτηρίζει το πάθος. Η σύκωση είναι κρυφή. Ο συκωτικός έχει την τάση να κρατάει το κάθε τι κρυφό, να μη φαίνεται. Αυτό μπορεί να γίνεται είτε συνειδητά είτε ασυνείδητα. Έτσι μπορεί για παράδειγμα να κρατάει τους στόχους του κρυφούς, κινείται πλαγίως, δε φανερώνεται, κρύβει τις πραγματικές του προθέσεις. Τα πραγματικά του συναισθήματα κρύβονται επίσης. Έτσι όταν είναι θλιμμένος δεν δείχνει να είναι τόσο όσο το απαιτούν οι περιστάσεις. Γι’ αυτό φαίνεται δυνατός στους άλλους. Μπορεί να αντιπαθεί κάποιον και όμως να του χαμογελάει διάπλατα και να είναι πολύ φιλικός μαζί του.
Οταν θα δώσει ο συκωτικός, σίγουρα έχει κατά νου να πάρει. Η φιλαργυρία είναι μια έκφραση της ανάγκης για κράτημα. Ο φιλάργυρος είναι “σφικτός”, δε δίνει. Η συλλογή αντικειμένων είναι και αυτή συκωτική εκδήλωση.
Γενικά, όταν σε ένα συκωτικό επιδράσει ένα ερέθισμα η αντίδρασή του είναι προς την σωστή κατεύθυνση αλλά μειωμένης έντασης. Αυτό οφείλεται στο ότι “κρατάει”, απορροφά ένα μέρος της έντασης του προσφερόμενου ερεθίσματος. Αυτό δείχνει ότι το άτομο είναι μόνο φαινομενικά δυνατό, για παράδειγμα σε ένα θλιβερό ερέθισμα δεν δείχνει να λυπάται. Βέβαια στην πραγματικότητα αυτή η δύναμη είναι αδυναμία κι αυτό γιατί ένα τέτοιο άτομο έχει περιωρισμένο εύρος απαντητικότητας, δηλαδή χαρακτηρίζεται από μια δυσκαμψία στον τρόπο λειτουργίας. Η δυσκαμψία αυτή συνυπάρχει με μια τάση για έλεγχο. Ο συκωτικός θέλει να ελέγχει τους άλλους αλλά και τον εαυτό του. Ελέγχει κάθε του έκφραση, κάθε του συναίσθημα. Δεν αντέχει την αυθόρμητη κίνηση των συναισθημάτων αλλά και κάθε κίνησης.
Η σχολαστικότητα είναι ένα άλλο χαρακτηριστικό του συκωτικού μιάσματος. Η νοικοκυρά που κυνηγάει τη σκόνη, που σκουπίζει και σφουγγαρίζει τρεις φορές την ημέρα και που απαγορεύει στο σύζυγο να μπαίνει με τα παπούτσια στο σπίτι, είναι ένα παράδειγμα συκωτικής σχολαστικότητας. Γενικά ο συκωτικός είναι τυπικός, εύτακτος, ασχολείται υπερβολικά με το πρόγραμμα και δίνει μεγαλύτερη βαρύτητα σε αυτό παρά στην ουσία. Στο γραφείο του θέλει τα πράγματα ζυγισμένα-στοιχισμένα, το αμάξι του το θέλει υπερβολικά καθαρό, το φροντίζει για να μη χαλάσει το χρώμα του και το προφυλάσσει από τη βροχή και τον ήλιο. Αγχώνεται για ασήμαντες λεπτομέρειες.
Η θρησκοληψία είναι ένα άλλο παράδειγμα συκωτικής σχολαστικότητας. Στο θρησκόληπτο η προσοχή εστιάζεται όχι στη φιλοσοφία και το βαθύτερο νόημα της θρησκείας αλλά στο τελετουργικό. Είναι πολύ σημαντικό γι’ αυτόν να γίνεται τρεις φορές ο σταυρός και όχι δύο, να γίνεται νηστεία επακριβώς για σαράντα μέρες και είναι πολύ αυστηρός στην τήρηση του προγράμματος. Η θρησκοληψία, μαζί με τα άλλα χαρακτηριστικά του συκωτικού μιάσματος, χαρακτήριζε τους γραμματείς και τους φαρισαίους οι οποίοι τηρούσαν μεν επακριβώς το γράμμα του νόμου, αλλά δε μπορούσαν να καταλάβουν το τι εξυπηρετούσε η ύπαρξη του νόμου.
Ο συκωτικός επιστήμονας έχει την τάση να κατατάσσει τα φαινόμενα. Οι ταξινομήσεις είναι συκωτικές εκφράσεις. Η υπερβολική προσκόλληση στα ταξινομικά συστήματα, όπως το DSM ή ICDX είναι σύκωση. Η έννοια της ειδικότητας και της υπερεξειδίκευσης είναι επίσης συκωτικό χαρακτηριστικό. Ο συκωτικός εστιάζει την προσοχή του στη λεπτομέρεια, αλλά χάνει τη συνολική εικόνα. Έτσι μπορούμε να καταλάβουμε την εξέλιξη της ιατρικής και της επιστήμης γενικώτερα και το πόσο σημαντικό είναι να γίνεται ριζική σε βάθος θεραπεία στους επιστήμονες για να μπορέσει να εξελιχθεί η επιστήμη. Γενικά ο συκωτικός είναι δογματικός και απόλυτος. Γι’ αυτόν, τα πράγματα είναι μαύρο ή άσπρο. Είναι δύσκαμπτος. Δε δέχεται εύκολα νέες ιδέες. Απορρίπτει μια νέα ιδέα χωρίς να την επεξεργαστεί. Η ανακατάταξη στο σύστημα των γνώσεων και αξιών του προκαλεί άγχος. Θέλει τις γνώσεις και τις ιδέες ταξινομημένες στο κεφάλι του. Θέλει κάθε τι να είναι τακτοποιημένο και ακίνητο. Αυτό του δημιουργεί μια ανάγκη για έλεγχο. Θέλει να ελέγχει το κάθε τι. Η πολυπλοκότητα και η πολυμορφία της φύσεως τον τρομάζει. Η συνεχής κίνηση του σύμπαντος επίσης. Έτσι από όλη την πολυμορφία διαλέγει αυτό που μπορεί να ταξινομήσει και να βάλει σε τάξη. Αυτό είναι συνήθως η επιφάνεια των φαινομένων. Αφού την ταξινομήσει προσπαθεί να την διατηρήσει σταθερή και ακίνητη. Επιτρέπει όσο το δυνατόν μικρότερες αλλαγές ώστε να μπορεί να τις ελέγξει.
Γενικά στη σύκωση υπάρχει μια τάση για υπερβολή των χαρακτηριστικών της ψώρας. Για παράδειγμα, το αίσθημα κατωτερότητας του ψωρικού είναι αόριστο και ασυνείδητο. Όταν όμως το άτομο πιστεύει πως για τίποτε δεν είναι ικανός, ότι δεν είναι ωραίος, ότι δεν είναι έξυπνος, ότι σε όλα υστερεί, τότε παρατηρείται μια υπερβολική έκφραση του αισθήματος κατωτερότητας και είναι συκωτικό μίασμα.
Όσον αφορά στην ερωτική ζωή του συκωτικού, έχει πλούσιες φαντασιώσεις σε σχέση με τον ερωτικό σύντροφο. Για παράδειγμα, μόλις ένας συκωτικός άντρας βλέπει μια γυναίκα, του δημιουργούνται φαντασιώσεις για ερωτικές στάσεις. Όμως, αν και έχει έντονες φαντασιώσεις, συνήθως κατά τη διάρκεια του έρωτα δεν εκφράζεται, δε λέει ερωτόλογα, είναι ψυχρός και βρίσκεται συνεχώς υπό έλεγχο.
Στη σωματική σφαίρα κυριαρχούν οι υπερπλασίες και υπερτροφίες. Σε αυτό το χαρακτηριστικό, όπως αναφέραμε παραπάνω, οφείλει και το όνομά της. Επίσης, η σύκωση χαρακτηρίζεται από μια αύξηση των εκκρίσεων. Για παράδειγμα η βλεννόρροια είναι συκωτική εκδήλωση. Το συκωτικό έκζεμα παρουσιάζει εκροή άφθονου υγρού. Άλλες φορές παρατηρείται στον οργανισμό κατακράτηση υγρών. Η φλεγμονή είναι μεγάλο χαρακτηριστικό της σύκωσης, όπως επίσης και η δημιουργία κύστεων.
Το συφιλιδικό μίασμαΤο συφιλιδικό μίασμα πήρε το όνομά του από το ότι από τη φύση του παρουσιάζει τάση για καταστροφή, ένα από τα εξέχοντα χαρακτηριστικά της σύφιλης. Ταλαιπωρεί το ανθρώπινο γένος πριν από την εμφάνιση της σύφιλης. Θα πρέπει να θεωρούμε τη σύφιλη ως μια από τις πιθανές εκδηλώσεις του συφιλιδικού μιάσματος. Αν ο Χάνεμαν ζούσε στην εποχή μας σίγουρα θα διάλεγε άλλη ονομασία γι’ αυτό το μίασμα.
Αλλά ας αρχίσουμε την περιγραφή της ψυχικής σφαίρας του συφιλιδικού μιάσματος. Ένα από τα προεξέχοντα χαρακτηριστικά του είναι η τάση για κατάκτηση. Συνεχώς θέλει να κατακτήσει κάτι. Μετά την κατάκτηση το αντικείμενο χάνει πια τη σημασία του, μπορεί να του προκαλεί μέχρι και αηδία. Κάτι άλλο βάζει στο στόχαστρό του, είναι δηλαδή δυσικανοποίητος. Ο συφιλιδικός είναι από τους τύπους που φθονούν εύκολα. Ό,τι δει θέλει να το αποκτήσει.
Άλλο μεγάλο χαρακτηριστικό του συφιλιδικού μιάσματος είναι η τάση του για καταστροφή. Για παράδειγμα, οι χούλιγκαν καταστρέφουν τα πάντα, ό,τι βρεθεί μπροστά τους. Ακόμη και όταν κερδίζει η ομάδα τους καταστρέφουν. Δεν πηγαίνουν στο γήπεδο για να απολαύσουν θέαμα αλλά για να καταστρέψουν. Η καταστροφή είναι χαρά γι’ αυτούς. Έτσι, ενώ ο ψωρικός φίλαθλος θα είναι σεμνός και θα σέβεται τους κανονισμούς και τον αντίπαλο, ο συκωτικός θα έχει την τάση για επίδειξη φορώντας πολύχρωμα κασκόλ της ομάδας του, ο συφιλιδικός κάθε στιγμή επιζητάει την καταστροφή.
Έτσι ο συφιλιδικός θρησκευόμενος καταστρέφει στο όνομα του Θεού, τον οποίο πιστεύει. Θέλει να σκοτώσει, να εξαφανίσει τον οπαδό μιας αντίθετης θρησκείας, σε αντίθεση με τον ψωρικό ο οποίος μπαίνει στο βαθύτερο νόημα της θρησκείας και είναι ένας φιλόσοφος θρησκευόμενος, καθώς και το συκωτικό ο οποίος μένει στην τυπολατρεία.
Μια άλλη συφιλιδική έκφραση του θρησκευτικού συναισθήματος είναι οι τελετές “Μαύρης Μαγείας”. Ο πιστός επικαλείται το Θεό της κατάκτησης και της καταστροφής για να πετύχει τους σκοπούς του είτε την κατάκτηση είτε την καταστροφή. Μια άλλη συχνή συφιλιδική εικόνα είναι η αθεΐα. Ο “εικονοκλάστης” που δε σέβεται τίποτε, που δεν πιστεύει σε τίποτε, είναι επίσης μια άλλη συφιλιδική έκφραση. Η θρησκεία αποτελεί έκφραση του Νόμου και ο συφιλιδικός παλεύει ενάντια σε αυτόν. Τα συφιλιδικά άτομα δεν έχουν ανεπτυγμένο το κοινωνικό συναίσθημα, δεν μπορούν να προσφέρουν τίποτε από τον εαυτό τους στους άλλους. Είναι αντιήρωες, δεν δέχονται ότι έχουν κοινωνικές υποχρεώσεις. Δε δέχονται να στρατευτούν όπως οι νόμοι ορίζουν. Χαρακτηριστικό είναι το ποίημα του Καρυωτάκη:
Ο ΜΙΧΑΛΙΟΣ
Τον Μιχαλιό τον πήρανε στρατιώτη.Καμαρωτά ξεκίνησε κι ωραίαμε το Μαρή και με τον Παναγιώτη.Δεν μπόρεσε να μάθει καν το «επ’ ώμου».Όλο εμουρμούριζε: «Κυρ Δεκανέα,άσε με να γυρίσω στο χωριό μου».Τον άλλο χρόνο, στο νοσοκομείο,αμίλητος τον ουρανό κοιτούσε.Εκάρφωνε πέρα, σ’ ένα σημείο,το βλέμμα του νοσταλγικό και πράο,σα να ‘λεγε, σα να παρακαλούσε:«Αφήστε με στο σπίτι μου να πάω».Κι ο Μιχαλιός επέθανε στρατιώτης.Τον ξεπροβόδισαν κάτι φαντάροι,μαζί τους ο Μαρής κι ο Παναγιώτης.Απάνω τους σκεπάστηκεν ο λάκκος,μα του άφησαν απέξω το ποδάρι:Ήταν λίγο μακρύς ο φουκαράκος.
Σε αυτό το ποίημα μπορούμε να δούμε κάποια χαρακτηριστικά του συφιλιδικού ατόμου. Πρώτα βλέπουμε την έλλειψη κοινωνικού συναισθήματος. Έπειτα βλέπουμε μια προσκόλληση στην οικογένειά του. Η προσκόλληση αυτή παρουσιάζει έντονη ανωριμότητα. Είναι μια μορφή εξάρτησης που δεν συμβαδίζει με την ηλικία του και έχει στοιχεία της βρεφικής εξάρτησης. Αυτό οφείλεται στο ότι η προσωπικότητα δεν έχει δομηθεί επαρκώς, έτσι όταν επιδράσει ένα στρεσογόνο ερέθισμα αυτή διαλύεται και το άτομο υιοθετεί πιο πρωτόγονους τρόπους λειτουργίας, δηλαδή με άλλα λόγια συμπεριφέρεται σαν βρέφος. Αυτή η τάση για εξάρτηση είναι και ο κύριος προδιαθετικός παράγοντας για τις εξαρτήσεις από τοξικές ουσίες και το αλκοόλ, οι οποίες στις βαρειές τους μορφές αποτελούν συφιλιδικές καταστάσεις.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό που περιγράφεται παραπάνω είναι το πόσο εύκολα αποδιοργανώνεται ο συφιλιδικός σε ένα στρεσογόνο ερέθισμα. Σε ένα ερέθισμα ακόμη και μέτριας έντασης, στον οργανισμό υπάρχει η τάση για αποδιοργάνωση, για πλήρη αποδιοργάνωση, έως στα πρόθυρα καταστροφής. Έτσι συμβαίνει, για παράδειγμα σε ένα ψυχωτικό επεισόδιο. Σε ένα ερέθισμα που για ένα μέσο άτομο είναι μετρίας έντασης, η συφιλιδική αντίδραση είναι μια πλήρη αποδιοργάνωση, μια πλήρη απώλεια της επαφής με την πραγματικότητα. Περισσότερα για αυτό θα αναφερθούν όμως και παρακάτω.
Ο θυμός του συφιλιδικού είναι βίαιος και εκρηκτικός, που φοβίζει τους παρευρισκόμενους. Χαρακτηρίζεται από την καταστροφικότητα. Ο ψωρικός είναι ευερέθιστος, αποτέλεσμα της έντονης υπερευαισθησίας του. Όμως, είναι μια επιφανειακή και παροδική ενόχληση. Μετά την έκφραση η ενόχληση περνάει. Ο συκωτικός συνήθως ελέγχει το θυμό του, αλλά όταν τον εκφράσει είναι υπερβολικός και γίνεται το επίκεντρο της προσοχής. Σε καμιά περίπτωση όμως δεν προκαλεί το φόβο στους άλλους, όπως θα τον προκαλέσει ο συφιλιδικός.
Η θλίψη του συφιλιδικού χαρακτηρίζεται και αυτή από καταστροφικότητα. Το άτομο έχει χάσει κάθε νόημα για να ζει. Είναι μελαγχολικός, θλιμμένος, ζοφερός. Αρνείται παντελώς τη ζωή. Δεν ενδιαφέρεται καθόλου για τίποτε. Σε αντίθεση με το συκωτικό ο οποίος με την έκφραση του προσώπου του, τη στάση του σώματός του και τα δάκρυά του μας δείχνει τη θλίψη του και με τον ψωρικό ο οποίος κλείνεται στον εαυτό του κυριευόμενος από τα αισθήματα ανεπάρκείας του.
Ο συφιλιδικός και στη χαρά του ακόμα χαρακτηρίζεται από καταστροφικότητα. Θέλει να καταστρέψει από τη χαρά του. Η καταστροφικότητα αυτή είτε θα εκδηλωθεί προς τα έξω είτε εσωτερικά τρελαίνοντας το άτομο. Το να χάσει κανείς τα λογικά του σε ένα χαρούμενο γεγονός είναι συφιλιδικό μίασμα. Σε αντίθεση με το συκωτικό ο οποίος θέλει τον καθένα να συμμετέχει στην ευχαρίστησή του και τον ψωρικό που γίνεται σαν παιδί στο συναισθηματισμό του.
Η έντονη επιθυμία για να δώσει κανείς τέλος στη ζωή του είναι επίσης συφιλιδικό μίασμα. Είναι έκφραση της καταστροφικότητας που χαρακτηρίζει τα συφιλιδικά άτομα. Γενικά, ο συφιλιδικός δε βιώνει χαρά. Δεν μπορεί να ζήσει τις απλές χαρές της ζωής. Για παράδειγμα, στη γέννηση ενός παιδιού ο συφιλιδικός θα σκέφτεται: “Γιατί ήλθες σ’ αυτόν τον κόσμο;... Καλύτερα να μην είχες γεννηθεί... Μπελάδες και βάσανα θα σε περιμένουν...”. Σε αντίθεση με το συκωτικό, ο οποίος θα περηφανεύεται για το παιδί προσπαθώντας να του βρει χαρίσματα και ο οποίος θέλει να θαυμάζουν όλοι το παιδί του. Σε αντίθεση επίσης με τον ενθουσιώδη ψωρικό που παιδιάζει από τη χαρά του.
Η καταστροφικότητα είναι το προέχον χαρακτηριστικό του συφιλιδικού μιάσματος στην σωματική σφαίρα. Τυπική σωματική εκδήλωση του συφιλιδικού μιάσματος είναι το έλκος. Το έλκος είναι καταστροφική διεργασία. Υπάρχει λύση της συνέχειας, καταστροφή της δομής σε κάποιο σημείο του ιστού.
Η γρήγορη μετάσταση συνοδεύει πολλές φορές την καταστροφικότητα της καρκινικής διεργασίας, όπως βλέπουμε σε κάποιες μορφές καρκίνων.
Το φυματινικό μίασμα
Αυτό που χαρακτηρίζει το φυματινικό μίασμα είναι μια συνεχής τάση για αλλαγή, τάση για κίνηση, κίνηση προς ένα στόχο ο οποίος είναι εξιδανικευμένος στη φαντασία του ατόμου, που απέχει όμως πολύ από την πραγματικότητα που ζει το άτομο. Αλλά αν πραγματοποιηθεί χάνει την αξία του, το άτομο χάνει το ενδιαφέρον του για αυτό που τόσο τον συνάρπαζε. Άλλος στόχος δεσπόζει μετά στην φαντασία του και αυτός δεσπόζει μέχρι να κατακτηθεί, οπότε θα χάσει κι αυτός την αξία του. Στα παραπάνω βλέπουμε χαρακτηριστικά και του ψωρικού και του συφιλιδικού μιάσματος. Για αυτό πολλοί το θεωρούν σύνθετο μίασμα και έτσι δεν το περιγράφουν ξεχωριστά ενώ άλλοι το θεωρούν ως ξεχωριστό μίασμα. Θα προσπαθήσουμε να το περιγράψουμε ως αυτούσια οντότητα. Πρέπει και εδώ να τονίσουμε ότι η φυματίωση αποτελεί απλή κλινική εκδήλωση του φυματ